Τα βουνά μπορεί να μην είναι ψηλά, αλλά είναι άγρια με δύσκολη πρόσβαση με γκρεμούς, είναι δύσκολο να τα ελέγξεις, εξ' αυτού χορεύουν καρσιλαμά οι ληστές, οι Αρματολοί επομένως τοποθετούνται πάνω στα βουνά, διορίζονταν, για να είσαι Αρματολός έπρεπε, να έχει δεχθεί τη θέση σου η Οθωμανική αυτοκρατορία, να σε έχει εγκρίνει ο κοντινότερος Καντής κάτω στο κάμπο και να στείλει ο Καντής εισήγηση στην κεντρική διοίκηση στη Κωνσταντινούπολη όπου υπήρχε το γραφείο των Αρματολών, υπήρχε ένα γραφείο με τους φακέλους των Αρματολών όλης της αυτοκρατορίας, άμα το όνομα σου γίνονταν δεκτό από τη κεντρική διοίκηση, γραφόσουνα στους φακέλους των Αρματολών και αποκτάς δικό σου φάκελο, κύριος ρόλος τους ήταν να συγκεντρώνουν τους φόρους, μια φορά το χρόνο, να τους κατεβάζουν κάτω που είναι η κύρια υποχρέωση των βουνών, να λύνουν τα προβλήματα που προέκυπταν μεταξύ χωριών, μέσα στα χωριά κτλ. ασκούσανε ένα διοικητικό ρόλο, κυρίως να ασφαλίζουν τα ορεινά περάσματα, να μπορούν έμποροι που μετακινούνται να μην ληστεύονται τόσο φρικτά και βέβαια οι ληστές προτιμούσανε να ληστεύουν όσο το δυνατόν πλουσιότερες περιοχές, να κτυπάνε οπότε τους έκαιγε αυτό το πράγμα.
Θα σας διαβάσω το αποτέλεσμα ενός καλού Αρματολού που έγραφαν οι Καντήδες, έχουμε πολλά τέτοια στο 1683, ο διορισθείς δια την καταδίωξην των ανά τα όρη περιφερόμενων ληστών Αρματολός Γκούσκος εμφανιστείς ενώπιον του ιεροδικείου, τα γράφει αυτά ο Καντής ο ίδιος, ήγειρεν αγωγή κατά του παρόντος Μόσχου Κυριάκου, άρα καταλαβαίνουμε το σκηνικό, έχει έρθει ο Αρματολός και έχει φέρει μαζί του το Μόσχο Κυριάκο στο οποίον έχει κάνει αγωγή, Μόσχον Κυριάκο κατοίκου του χωρίου Νεοκάστρου του Καζάν Ηλίας, εκθέτουν ότι, αυτός είναι ο Αρματολός, ο παρών Μόσχος είναι εκ των συντρόφων του φονευθέντος αρχιληστού Καλογήρου, μαθαίνουμε δηλαδή ότι υπήρχε σύγκρουσή με μια ομάδα ληστών, όχι ένας,ένας μπορούσε να είναι και μεγάλες ομάδες 100-200 άτομα, τότε ήτανε στρατειά οπότε τότε ήταν δύσκολο πράγμα, του φονευθέντος αρχιληστού Καλογήρου και τυγχάνει κακούργος και ληστής, λέει ο Θεοδόσιος, συλαμβάνων τους οδοιπόρους απογυμνόνουν τους φτωχούς ραγιάδες και βολεύουν τους ανθρώπους, αιτούμεν να εξετασθει ούτος και να ενεργηθούν τα δέοντα, ερωτηθείς ο εναγόμενος Μόσχος συνεχίζει ο Καντής, ομολόγησε αβιάστως ότι πράγματι τυγχάνει σύντροφος του φονευθέντος αρχιληστού Καλογήρου, συλλαβών οδοιπόρους, απογυμνόσας φτωχούς ραγιάδες και φονεύσας ανθρώπους και ότι εισβαλόντες μια νύχτα εις την οικία του εκ των κατοίκων του χωρίου Κλόρια της Βύρσας Σταματίου εφόνευσαν αυτόν και έκαψαν ζώσα την σύζυγο του αδελφού του Γραματού και ότι εισελθόντες επίσης εις την οικία του εκ των κατοίκων του αυτού χωρίου, κατέκαυσαν την σύζυγο αυτού και ελήστευσαν την περιουσία του, δια ταύτα κατεδικάστει ο Μόσχος ούτος εις το δια αγχόνης θάνατον, ο θάνατος πάντα είναι σταθερός, για τους ποινικούς και ιδιαίτερα για τους ληστές είναι ο δια αγχόνης θάνατος και μετά αποκόπτετο η κεφαλή του εκτελεσθέντος, σε κοντάρι έμπαινε η κεφαλή του, στις περιοχές όπου είχε κάνει τη δράση του, για να είναι ας πούμε η εκδίκηση ένα παράδειγμα, αυτή ήτανε η δουλειά των Αρματολών.
Οι Αρματολοί για να μπορούν να ελέγξουν την ασφάλεια πάνω στα βουνά συγκρούονται με τους κλέφτες και να σταματούν τη δράση τους κτλ. δεν μπορούσε να δράσει ένας, είχανε γύρω τους, το Τακφέ όπως λεγόντανε, τα παλληκάρια ήτανε ολόγυρα τους, τη Μάκα είναι η ομάδα των ενόπλων που πλαισιώνει τον Αρματολό και η Μάγκα των Αρματολών απαρτίζεται κατά κανόνα από μέλη του ευρύτερου σογιού, βέβαια πάντα εύρωστα, γιατί δε σήκωνε αστεία, έπρεπε να είναι δυνατή ομάδα, αλλά προτιμώνται πάντοτε τα σόγια, ανίψια, ξαδέλφια, γαμπροί κτλ. κτλ. ήτανε δηλαδή ένα δίκτυο, ένα συγγενικό δίκτυο στη ουσία ή και μπορούσαν να είναι άτομα που δεν ήσαν οικογένεια και κατά κανόνα με αυτά, γινόντανε πράτιμος, δηλαδή κόβανε τη φλέβα και ενώνανε τις φλέβες και γινόντανε αδελφοποιητοί όπως λέγανε και έτσι γίνονταν με πλαστή συγγένεια συγγενείς, ήταν σημαντικό τότε το δίκτυο των συγγενών, σημαίνει μια ασφάλεια, ότι ο άλλος θα είναι σταθερά δίπλα σου, ξέρετε είναι περισσότερο από αυτό που ακούγεται.
Τώρα και τα παλληκάρια ήταν ένοπλα, αμοίβονταν και ο Αρματολός και τα παλληκάρια από τα χωριά τα ίδια, δηλαδή το βουνό τους πλήρωνε, έδινε χρήματα ο κάτοικος του βουνού, για αυτούς τους Αρματολούς και επί πλέον το Οθωμανικό κράτος παρείχε στους Αρματολούς, τιμάρια στους πρόποδες των βουνών, για να έχουν εισόδημα και να ενισχύουν τη δράση τους. Οι Αρματολοί είχαν μεγάλο κύρος στα βουνά, στην ουσία ήταν κυρίαρχοι, οι Οθωμανοί δεν ήθελαν να αλλάξει θρήσκευμα, όπως καταλαβαίνετε στη περίπτωση των βουνών δεν ήθελαν να αλλάξουν θρήσκευμα, γιατί αν άλλαζαν θρήσκευμα, τότε δε θα μπορούσαν να έχουν την αποδοχή των ανθρώπων του βουνού, για αυτό ακριβώς έπρεπε να είναι ένας από αυτούς, στα δικά μας λέω τώρα, δεν υπήρχαν τότε, αλλά λέμε χοντρικά στα δικά μας βουνά κατά κανόνα ήτανε ληστές ή βλαχόφωνοι Έλληνες ή Αρβανιτόβλαχοι, γιατί αυτή ήτανε η σύνθεση των βουνών.
Τώρα το πρώτο Αρματολίκι το ξέρουμε από τα έγγραφα μας δημιουργήθηκε στη Βαλκανική, στα Άγραφα στο σημερινό ελληνικό έδαφος το 1420 περίπου, στη δεκαετία του 1420, είναι η πρώτη λειτουργία αυτών των Αρματολικιών τα οποία και επεκτείνονται, αλλά πρέπει να σας πω ότι Αρματολίκια απέκτησε η Στερεά Ελλάδα και η Μακεδονία, όχι η Πελοπόννησος, ποτέ, η Πελοπόννησος δεν είχε Αρματολούς, έγινε μεγάλη συζήτηση για κάποιες δεκαετίες, κάποιοι υποστήριζαν ότι είχε Αρματολούς, έχει λήξει αυτή η ιστορία, δεν υπήρξαν Αρματολοί ποτέ στη Πελοπόννησο, χρησιμοποιήθηκε κάποιες φορές ο όρος, αλλά για να εξηγήσει άλλα πράγματα και τούτο γιατί στη Πελοπόννησο, ακόμη και τα ψηλά βουνά της Πελοποννήσου υπήρχε έλεγχος πολύ καλύτερος από ότι βορειότερα από τη Πελοπόννησο, διότι επειδή είχαν προηγηθεί οι Βενετοί, η Πελοπόννησος είχε ένα καταπληκτικό δίκτυο κάστρων σπαρμένο σε θαυμάσια σημεία και επομένως είχαν καλή παρουσία στρατιωτική και έτσι είχαν πρόσβαση ελέγχου πολύ καλύτερο από πάνω και επί πλέον στην Πελοπόννησο υπήρχε το χαρακτηριστικό των μεγάλων οικογενειών, η Πελοπόννησος είχε σπουδαίους γαιοκτήμονες και άρχοντες, Έλληνες και Τούρκους, οι οποίοι ήλεγξαν μεγάλες περιοχές, οι περίφημες μεγάλες οικογένειες της Πελοποννήσου, Μπενάκηδες, Σήμηδες, Λόντοι, Ζαϊμηδες, οι Παπαμιχαλαίοι ήτανε στη Μάνη , οι Νοταράδες οι οποίοι είχαν μεγάλες περιοχές υπό τον έλεγχο τους και σε αυτές τις περιοχές, οι ίδιοι οι άρχοντες μίσθωναν ενόπλους που είναι άλλο πράγμα, οι Αρματολοί είναι δημόσιοι υπάλληλοι, διορίζονται και λειτουργούν υπό την Οθωμανική εξουσία, ενώ οι Νοταράδες δημιουργούσαν ένα σώμα ασφαλείας και μίσθωναν ενόπλους από ιδιώτες.
Καταλάβατε τι εννοώ? τελείως άλλο πράγμα, ενώ πάνω στα βουνά ήτανε οι Αρματολοί βρε! παιδί μου!, μιλάμε για ορίτζιναλ πράγματα, εκεί πάνω και αυτοί ήτανε πάνω από τη Πελοπόννησο. Τώρα το αρματολικό σύστημα στη διάρκεια 200 ετών από τη γέννηση του, δηλαδή όσο ήτανε σε ακμή η Οθωμανική αυτοκρατορία, λειτουργούσανε οι θεσμοί και λειτουργούσανε διοικητικά, οι Καντήδες, οι Πασάδες πριν σαπίσει το σύστημα, όλο αυτό το γεγονός ότι το διοικητικό σύστημα λειτουργούσε διοικητικά με αξιοκρατικούς ελέγχους κτλ. που έκανε ούτως ώστε και τα βουνά να ανταποκρίνεται κάπως και να λειτουργεί το σύστημα όπως το είχαν φανταστεί οι Οθωμανοί, δηλαδή μέχρι το 1630 οι Αρματολοί πάνω στα βουνά σταματούν τους κλέφτες κατά κανόνα, παίρνουν κάποιους φόρους κτλ. σταδιακά όμως γενικά να παραμελούν αυτά οι Αρματολοί, το καταλαβαίνουμε αυτό, αρχίζουν να παρουσιάζονται φαινόμενα αντίστροφα, δηλαδή εκεί κατά το 17ο αιώνα, πρώτα πρώτα έχουνε δημιουργηθεί τσιφλίκια, δηλαδή καθώς διορίστηκε κάποιος Αρματολός σταδιακά ο γιός μέχρι το δισέγγονο του και δημιουργήθηκαν δυναστείες Αρματολών, η Οθωμανική αυτοκρατορία δεν είχε ανησυχήσει εγκαίρως για το γεγονός ότι οι δυναστείες και με τον ένα με τον άλλο τρόπο, όριζε Αρματολό τον εγγονό, όριζε Αρματολό το δισέγγονο, είχαν δημιουργηθεί μεγάλες οικογένειες στα Άγραφα, οι Τσαραίοι, ο Νικοτσάρας, στη περιοχή των Πιερίων, οι Βλαχαναίοι, η οικογένεια Βλαχάδων πάνω στα Χάσια, οι Λαζαίοι στον Όλυμπο και μάλιστα στις οικογένειες αυτές δημιουργώνταν δυναστεία σταδιακά, είχαν αρχίσει να αποκτούν το αίσθημα ότι είναι κυρίαρχοι του βουνού και σχεδόν ξέχασαν ότι ο προϊστάμενος είναι ο Τούρκος, εκεί στο 17ο αιώνα, κάποιοι από αυτούς επειδή χαλάρωσε γενικά η διοίκηση, άρχισε να χαλαρώνει η διοίκηση, τουλάχιστον από τα τουρκικά έγγραφα διαφαίνεται ότι αρχίζουν και ληστεύουν, δηλαδή στα μέρη στα οποία σταματούν τους ληστές, κάνουνε εκείνοι ληστεία στους εμπόρους, τα χωριά όπως σας είπα, πλήρωναν ένα ποσό για τους Αρματολούς, οι Αρματολοί ζητούν πολύ περισσότερα χρήματα από τα χωριά και αν τα χωριά δεν τους τα δίνουν, γίνονται βίαιοι εναντίον των χωριών, υπάρχουν γράμματα διαμαρτυρίας στο Καντή ότι αδικούμαστε από τον Αρματολό, η αυτοκρατορία ανησυχεί και σε κάποιους από αυτούς στο 17ο αιώνα, κοιτάξτε στο 17ο αιώνα πολλά αλλάζουν αν παρατηρείστε, το 1635 δεν μπορείς να είσαι ο Σπαχής εάν δεν είσαι μουσουλμάνος, το σώμα των Γενιτσάρων αρχίζει και μπατάρει προς την άλλη κατεύθυνση, γενικά για αυτό λέμε πια ότι διαφαίνεται η παρακμή και το σώμα των Αρματολών αρχίζει να μεταπλάθεται και να διαφοροποιείται, οι Οθωμανοί βλέποντας τέτοια φαινόμενα, σκέπτονται απλούστατα, αφού είναι έτσι, θα αλλάξω τον Αρματολό, λογικό είναι, υπάλληλος μου είναι, δεν κάνει τη δουλειά σου, βάζε έναν άλλον, ναι, τώρα θα αρχίσει η κόλαση, πρώτον οι Αρματολοί οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι εκεί πάνω, δεν επρόκειτο να δεχθούν αλλαγή θέσεως, κοιτάξτε τι συμβαίνει, αν διόριζαν τον 17ο τον 18ο εκεί πάνω στα βουνά θα είχαν αντίσταση από τις ομάδες και τότε η Οθωμανική αυτοκρατορία είχε μια έμπνευση διοικητική, αντίστροφη από αυτές που λέγαμε πριν τις λειτουργικές, μη λειτουργική, όποιον επέλεγε η Οθωμανική αυτοκρατορία, αν επέλεγε η Οθωμανική αυτοκρατορία έναν άλλο Αρματολό, ο προηγούμενος Αρματολός συγκρούονταν μαζί του, γίνονταν πόλεμος, ποιος είσαι εσύ που θα έρθεις να μου πάρεις το αξίωμα, ο νέος Αρματολός επομένως, εδώ αρχίζει η τρέλα, γιατί σε όλα τα Βαλκάνια στον 18ο αιώνα, υπάρχει όρος , ο οποίος ως όρος είναι παλαβός, διότι είναι σαν να λέμε, αστυνομικοκλέφτης, ο Αρματολός είναι αστυνόμος, ήταν αστυνομικά καθήκοντα, πρέπει να σας πω, ότι τα αρματολικά σώματα ήταν στρατιωτικά, δηλαδή όταν γίνονταν εκστρατείες καλούσαν Αρματολούς να συμμετέχουν στις εκστρατείες και πήγαιναν αμέσως, αυτό έχει το ενδιαφέρον, ότι πηγαίνανε οπωσδήποτε στις εκστρατείες γιατί ήθελαν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους, τώρα καθώς κτυπούσανε, επειδή τα πράγματα επάνω στα βουνά γίνονταν ανεξέλεγκτα, οι Οθωμανοί είχαν την εξής ιδέα, αφού κάποιοι Αρματολοί με τους οποίους ήταν σε διάσταση, γιατί ήθελαν να τους αλλάξουν και αυτοί έλεγαν, σιγά μην με αλλάξεις, εγώ είμαι εδώ, έλα να πάρεις τη θέση μου, εδώ αρχίζει μια άλλη ιστορία πια, τα 200 πρώτα χρόνια ήτανε μια ιστορία, τέλος πάντων προϊσταμένου και υφισταμένου, από τον 17ο αιώνα κάποιοι Αρματολοί, σχεδόν ανεξαρτοποιούνται, με ποια έννοια, τι ζητούν? τη θέση τους, θέλω να είμαι Αρματολός, τέλειωσε, βάλε την υπογραφή σου, ότι εγώ είμαι Αρματολός, μάλιστα, ο άλλος λέει, εσύ τι Αρματολός, εκεί πέρα κάνεις τα άλφα και τα βήτα, για αυτό θα ορίσω άλλους Αρματολούς, επειδή γίνονταν αυτές οι ιστορίες στα βουνά, οι Οθωμανοί είχαν την εξής καταπληκτική ιδέα, οι Αρματολοί επάνω ήταν δυνατά σώματα και είχανε διαπλοκή με την έννοια ότι είχανε δίχτυ σε όλη τη τοπική κοινωνία δεν ήταν απλώς ένοπλοι, ανήκαν στην κοινωνία αυτή, οπότε ήταν πολύ δύσκολο να τους ανατρέψεις, για αυτό σκεφτήκανε, ποιος μπορεί να τα βγάλει πέρα μαζί τους? και είχαν μια φαεινή ιδέα, ο πιο φοβερός κλέφτης που δεν ήτανε κλέφτες, ήτανε ομάδες, συμμορίες κλεφτών, αυτοί είναι πολύ άγριοι, καίνε, σκοτώνουνε, ρημάζουνε κτλ. αυτοί είναι σε θέση να τα βγάλουν πέρα με τους Αρματολούς, οπότε ορίζανε Αρματολούς τους ποιο φοβερούς κλέφτες με ποια καταπληκτική λογική, ότι γενόμενος αυτός Αρματολός άλφα παύει να είναι κλέφτης, επομένως απαλλάσσεσαι από τη ληστρική του δράση και δεύτερο έτσι όπως είναι άτεγκτός και φοβερός θα τα βγάλει πέρα με δαύτονε εκεί πάνω και έτσι θα πάρει τη θέση του, όπερ και γινόντανε, δηλαδή λειτούργησε αυτό το πράγμα, κλέφτες αντικατέστησαν τους Αρματολούς που και εκείνοι κάνανε πριν ληστρικές δράσεις, ναι, αλλά αν τώρα ήσουνα Αρματολός και έχασες τη θέση σου, ποια προοπτική είχες να ξανά γίνεις Αρματολός? να γίνεις ο πιο φοβερός κλέφτης για να σε βάλουν Αρματολό και άρχισε μια τρέλα, γέμισαν τα βουνά βία, συγκρούσεις μεταξύ τους, αυτές οι συγκρούσεις περιγράφονται στα δημοτικά μας τραγούδια, θα σας διαβάσω ένα, το χορεύαμε στο σχολείο αλλά έχει και μια κακιά λέξη που στο σχολείο δεν τη λέγαμε, σήμερα θα τη πούμε, κάτου στου Βάλτου τα χωριά, Ξηρόμερα και τα Άγραφα και τα πέντε βιλαέτια, πάρτε εγώ εκατοντάδες φορές, ο Βάλτος και το Ξηρόμερο είναι στη δυτική Ελλάδα από το Μεσολόγγι και πάνω, είναι οι περιοχές Βάλτου και Ξηρόμερου που έρχονται προς τη θάλασσα, αλλά έχουν και ορεινά τμήματα και ξακουστούς πολεμιστές, λοιπόν , κάτω στου Βάλτου τα χωριά Ξηρόμερα και Άγραφα είναι οι κλέφτες οι πολλοί, όλοι τη μέρα, κάθονται και τρων και πίνουν και τους φοβερίζουν, τώρα ξεκινάει αυτό που πρέπει να προσέξουμε, πιάνουν και γράφουν μια γραφή, χέζουν τα γένια του Καντή, άρα αυτά που γράφουνε στο έγγραφο του Καντή, είναι, σε έχω γραμμένο, γράφουνε και στο Κοπότι, το Κοπότι είναι μια κωμόπολη έξω από την Άρτα, προσκυνούν και το δεσπότη, άρα στο Καντή μιλάνε με απαξία, ενώ στον Δεσπότη μιλάνε με σεβασμό, προσέξτε τι γράφουνε, εντός εισαγωγικών είναι τώρα η γραφή, συλλογιστήτε το καλά ότι σας καίμε τα χωριά, γρήγορα το αρματολίκι γιατί ερχόμαστε σαν λύκοι, εδώ ένα ακριβές μήνυμα, αν δε μου δώσεις το Αρματολίκι, στα έκαψα όλα, στα ρήμαξα, αυτό γινόντανε, δηλαδή ο ένας και αυτή η μεγαλειώδης ιδέα των Οθωμανών, βάζω τον πιο άγριο κλέφτη Αρματολό στην ουσία δημιούργησε μια αλυσίδα βίας γιατί ο άλλος για να κρατήσει τη θέση του, να σας πω το εξής, έχει γούστο όταν διαβάζεις τα απομνημονεύματα των αγωνιστών του 21, έτσι έχει γίνει η επανάσταση του 21, δημιουργείται η νέα Ελλάδα, 28-29-30 πια, λειτουργεί, ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της επανάστασης του 21 ήτανε και ο Κωνσταντίνος Μεταξάς, της οικογένειας Μεταξά, λόγιος επτανήσιος κτλ. και πολύ μορφωμένος από οικογένεια λόγια που τα άφησε όλα και ήρθε για την επανάσταση και βέβαια επειδή είχε μεγάλη μόρφωση τον είχαν βάλει στην επανάσταση, διοικητή σε διάφορες θέσεις, διοικητή των νησιών κτλ. μόλις άρχισε να λειτουργεί μετά το 28 τέλος πάντων, δεν είχαν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες, αλλά είχε δημιουργηθεί ο χώρος, τον τοποθέτησαν διοικήτη Στερέας Ελλάδας στο βόρειο τμήμα της Στερεάς Ελλάδας εκεί που άρχιζαν τα σύνορα με την Οθωμανική αυτοκρατορία, τα σύνορά μας ήτανε εκεί πέρα και λοιπόν γράφει ο Μεταξάς, διορίσθειν διοικητής στη περιοχή Δάφνης Στερεάς Ελλάδος μεταξύ των μεγίστων προβλημάτων της διοικήσεως μου ήτο η δράσης ένος αρχιληστού ονόματι, Θεοδοσίου, το τέρας αυτό έκαιγε χωρία για να ξέρετε ήταν φοβερό πράγμα, όταν μπαίνανε στα σπίτια για να κλέψουνε οι άνθρωποι, αν είχες τιμαλφή και χρήματα που θα τα έχεις πάνω στο τραπέζι? κάπου θα τα είχες κρυμένα, στην οριφή, κάτω από το κοτέτσι, στον ελαιώνα κτλ. οπότε μόλις μπαίνανε σε ένα σπίτι αμέσως αρχίζανε τα βασανιστήρια, κόβανε δάχτυλα λίγα λίγα, καμιά μύτη και κυρίως ενώπιον των παιδιών τα κάνανε αυτά, ήτανε φοβερά οι περιγραφές, για να αποκαλύψει κάποιος που έχει τα τιμαλφή και μπορούσε κάποιος να μην είχε, να λέει δεν έχω και ο άλλος να σε κόβει κομματάκια γιατί νομίζει ότι δεν του λες την αλήθεια, ήταν μέσα στο παιχνίδι αυτά, συνέβαιναν, λοιπόν τέτοια έκανε αυτό το τέρας και περιγράφει και περιγράφει ο Μεταξάς ότι έκανε το ένα και το άλλο και έδωσα διαταγήν να συλληφθεί οπωσδήποτε και πράγματι μετά από κάποιο διάστημα συνελήφθει αυτός και ζήτησε να τον φέρουν αυτοστιγμή ενώπιον μου και παρουσιάσθει ως παρθένος, οπότε τον ηρώτησα, διατί πράττετε τέτοιας ανουσιουργίας? και με απήντησε σεμνώς, δια να με διορίσετε στην οροφυλακήν, είχε δημιουργηθεί ένα σώμα φύλαξης των συνόρων που λεγόντανε οροφυλακή και αυτός επειδή επί τουρκοκρατίας για να διορισθείς, έσφαζες, σου λέει, όσους περισσότερους σφάξω τόσες πιο μεγάλες πιθανότητες έχω να διορισθώ στην οροφυλακή, δηλαδή τι να πει κανείς και για την μεγαλειώδη έμπνευση των Τούρκων, επομένως αυτός ο όρος Κλεφταρματολός σημαίνει μια εναλλαγή ρόλων για τη διεκδίκηση θέσεως, η αλήθεια βέβαια είναι ότι αυτοί οι τύποι, οι μεν και οι δε, προκαλούσαν την Οθωμανική αυτοκρατορία, την έγραφαν στα παλιά τους τα παπούτσια, την χρησιμοποιούσαν, την εκβίαζαν για να έχουν τα κέρδη τους και αυτό που κυρίως έκαμαν ήταν να υπερασπίζονται τα προνόμια τους, τη θέση τους, ο Κωνσταντίνος Παπαρηγόπουλος όταν μιλάει για τους Αρματολούς, λέει για τους Αρματολούς, οφείλομεν να ομολογήσωμεν ότι η προτιστιτους έννοια ήτο η διατήρηση των προσωπικών των προνομίων παρά ελάπτοτο υπό αισθημάτων ελευθερίας, δηλαδή συγκρούονταν με τους Οθωμανούς, δεν υπάρχει αμφιβολία, όταν συγκρούονταν με τον ένα Αρματολό, συγκρούονταν με την Οθωμανική αυτοκρατορία, ήταν με την Οθωμανική αυτοκρατορία στη πραγματικότητα, αλλά όχι για να απαλλαγεί η αυτοκρατορία από τους Οθωμανούς, αλλά να έχουν τη σωστή θέση που ήθελαν να έχουν, λίγοι από αυτούς φάνηκαν να ξεπερνούν αυτό το επίπεδο και το ενδιαφέρον είναι ότι ο όρος κλεφταρματολός δεν είναι μόνο ελληνικός, είναι και στη βουλγαρική και στη σερβική γλώσσα, διότι παρόμοιες καταστάσεις έφεραν παρόμοια φαινόμενα και εκεί γίνονταν οι Αρματολοί κλέφτες και οι κλέφτες Αρματολοί για να έχουν το προνόμιο να είναι διοικητές των βουνών κτλ.
Λοιπόν τώρα θα ήθελα να μπούμε σε ένα άλλο κεφάλαιο που αφορά την οικονομική ζωή, και αυτά που λέμε αφορούν την οικονομική ζωή διότι οι Σπαχήδες έπαιζαν το κεντρικό ρόλο στην οικονομία της υπαίθρου και εμμέσως και οι Γενίτσαροι διότι επειδή διοικούσαν στην ουσία έπαιζαν ρόλο στην γενική ευρωστία του κράτους, άρα και στην οικονομία, οι δε Αρματολοί ήτανε οι πρώτοι του βουνού, τώρα να δούμε κάποιες φόρμες, κάποια σχήματα εργασίας στη περίοδο αυτή. Στα ψηλά μιας και είμαστε με τους Αρματολούς στα ψηλά βουνά, έχουμε κτηνοτροφία, όσο πιο ψηλά πας στα βουνά τόσο πιο πολλούς κτηνοτρόφους και όσο πιο ψηλά πας στα βουνά τόσο πιο πολύ η κτηνοτροφία είναι κτηνοματική, δηλαδή το χειμώνα κατεβαίνεις στα χειμαδιά σε χαμηλότερα επίπεδα για να μην έχεις το δρυμή χειμώνα και αντιστρόφως το καλοκαίρι ανεβαίνεις στα ψηλά βουνά, επομένως στα βουνά είναι συνηθισμένοι στο πήγαινε-ανέβα είναι νομάδες αυτοί οι πληθυσμοί και πολλοί από αυτούς ήτανε Αλβανιτόβλαχοι Βλάχοι και φυσικά όταν μιλάμε για τα δικά μας βουνά, τώρα αυτή η διαδικασία και της εκμετάλλευσης των ποιμνίων, λόγω της μετακίνησης είναι επικίνδυνη και επειδή το να μετακινήσαι εσύ μόνος σου με τα ζώα σου από πάνω κάτω, είναι επικίνδυνο, γκρεμνοί, ληστές, πολλά ζώα, νάχεις συνήθως δεν ήσουν μόνος σου, ήταν μια οικογένεια, ήτανε ο παππούς, ήτανε ο γιό του κτλ. τα σύνορά επίσης, συνέφερε πολύ περισσότερο να είσαι ομάδα στη μετακίνηση, δηλαδή να συνεργαστούν 4-10-15 κτηνοτρόφοι, ποιμένες, να ενώσουν τα ποίμνια τους για τη μετακίνηση, όχι μονίμως και να τα χειρίζονται όλοι μαζί σαν ομάδα, αυτοί που χειρίζονταν έτσι τα ποίμνια τους λέγονταν Σμίκτες, οι Σμίκτες βρισκόντουσαν κάποιοι που συμφωνούσανε ότι θα σμίξουν τα πρόβατα τους και θα συνεργαστούν για μια περίοδο, αν βρίσκονταν σε κάποιο βουνό, σε κάποια στάνη, τρώγανε και τα συζητάγανε ώρες, ώρε εδώ είμαστε, ποιος θα είναι ο αρχηγός εδώ και έλεγαν ο Μήτρος, γιατί ο Μήτρος? γιατί ο Μήτρος είναι πιο έμπειρός, τον ξέρανε ότι ξέρει καλά τα μονοπάτια, δεν είναι απλό να διασχίζεις χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων χωρίς σήματα, χωρίς τίποτα, με γκρεμούς, με τα πρόβατα να τρέχουνε ολούθε και τα κατσίκια να είναι σε άλλες ραχούλες, εδώ είναι ιστορία ολόκληρη, επομένως έπρεπε να υπάρχει κάποιος επί κεφαλής που να είναι ο εμπειρότερος, ξέρει τους δρόμους, ξέρει τη τέχνη και κυρίως ξέρει να φέρνει πέρα τους καυγάδες, τι εννοώ με αυτό, δεν υπήρχε περίπτωση το ποίμνιο καθώς μετακινείται να μην έμπαινε σε χωράφια γεωργών, γεωργοί και κτηνοτρόφοι είναι εχθροί από την εποχή του Κάϊν και Άβελ, δεν υπάρχει περίπτωση, διότι του κτηνοτρόφου τα ζώα θα μπουν στο χωράφι, θα φάνε τα γεννήματα του γεωργού, ο γεωργός άμα είχε πιστόλι θα το μπουμπούνιζε ή θα τους κάνει μήνυση ή θα γίνουν διάφορα θέματα, δεν υπάρχει περίπτωση, για αυτό παλιότερα υπήρχε η αγροφυλακή, κάποτε είχε νόημα, γιατί σταματούσε αυτές τις συγκρούσεις μεταξύ κτηνοτρόφων και γεωργών.
Λοιπόν πιάνεις το Μήτρο και αυτός ο Μήτρος ήταν ο τσέλιγκας και αυτό το σχήμα ήταν το τσελιγκάτο, προσέξτε να δείτε, το τσελιγκάτο βοηθούσε πολύ γιατί ήσασταν πολλοί και όχι ένας, ενώνονταν τα ποίμνια χωρίς να κινδυνεύουν, να μη ξεχωρίζουν, διότι τώρα εδώ μπροστά έχουμε το γνώστη του πράγματος, εδώ και 40 χρόνια θυμάμαι μια Ελλάδα όταν ορειβατούσα που ακόμη τα ορεινά ήτανε, λες και βγήκανε από τον εμφύλιο πόλεμο, τα τελευταία 20-30 χρόνια άλλαξε λίγο η Ελλάδα και επάνω στα βουνά είχα δει, το πόσο ο κτηνοτρόφος μπορεί να αναγνωρίσει το ζώο του χωρίς να το βλέπει μόνο από το βέλασμα, από τον ήχο, δεν υπάρχει περίπτωση να μπερδέψει το ζώο του, όπως επίσης και το κουδούνι που έχει το ζώο, τώρα το κάθε κουδούνι έχει άλλο ήχο, πήγαινες στα παζάρια που υπήρχανε ακόμα στις κωμοπόλεις και εκεί υπήρχαν χάλκινα κουδούνια διαφόρων μεγεθών και έβλεπες κτηνοτρόφους που ήθελαν προφανώς να αγοράσουν κουδούνια, τα κουδουνίζανε για να τα ακούσουνε και να δοκιμάσουν τον ήχο τους ώστε να είναι ξεχωριστός από όλους τους άλλους ώστε να αναγνωρίσουν το ζώο τους όταν το φορέσει, τι θέλω να πω, όταν θέλει ο ιδιοκτήτης της μετακίνησης ξανά έπαιρνε ο καθένας τα ζώα του, αλλά όταν κινούνταν όλοι μαζί ήταν ενωμένο το ποίμνιο και αυτό βοηθούσε και στην εργασία, διότι άλλα ζώα είναι για πάνχυση, γιατί τα προωρίζεις για κρέας, άλλα ζώα είναι για γάλα, αυτά που τα προορίζεις για κρέας είναι για πάνχυση, άρα δεν θέλεις να μετακινούνται, τα έχεις περιορισμένα στη κίνηση, ποιον θα βάλεις να φροντίσει τα ζώα για πάνχυση? ένα ηλικιωμένο σμίχτη, μπορεί αυτός ο ηλικιωμένος σμίχτης να μη πηγαίνει τα ζώα του να είναι για πάνχυση, αφού είναι ηλικιωμένος και ποιον θα βάλεις στα κατσίκια? τον πιο νέο, αυτόν που πατάει το πόδι εδώ και πάει στον άλλο βράχο, είναι λογικό και ας μην έχει κατσίκια, καταλαβαίνετε με το τρόπο αυτό ήταν πιο ορθολογική η οργάνωση, συνεργάζονταν οι άνθρωποι κάναν αυτό το γύρο και όταν φτάνανε ολοκληρωνόντανε ο γύρος, ξανά καθόμαστε στη στάνη και τώρα κάνανε τα συν και τα πλην, έτσι και αλλιώς ο τσέλιγκας κρατούσε λογαριασμούς, πουλήσαμε τόσο εδώ, τόσο τυρί εδώ, τόσο γάλα εκεί, τόσο μαλλί εκεί, τόσο δέρμα εκεί, ούτως ώστε στο τέλος να γίνει μια τελική, ξέρετε, τόσα τόσα μένουν, τόσα δώσαμε, τόσα εισπράξαμε, κέρδος καθαρό τόσο και είχε βάλει ο Δημήτρης 500 πρόβατα, ο άλλος 1000 πρόβατα, κάνανε αναλογικά, το κέρδος μοιραζόντανε και τελείωνε, αυτό ήταν μια μικρή επιχείρηση, συνεργατική, εντάξει τα στοιχειώδη.
Τώρα να μετακινηθούμε στις τάξεις, αφήνουμε τα βουνά και πάμε στις θάλασσες, στις θάλασσες έχουμε σε πολλά σημεία ανάλογη εικόνα, δεν είναι αναγκαστικά παντού ναυτικά, τα νησιά μας ήτανε ναυτικά, τα περισσότερα νησιά μας ήτανε κτηνοτροφικά και γεωργικά, κάποια νησιά όμως ήτανε ναυτικά, ας σταθούμε σε ένα μικρό νησί των οκτώ ναυτικών της Ύδρας που εκεί ήτανε μόνο ναυτικοί δεν είχε τίποτα άλλο, άντε και κάποιοι κτηνοτρόφοι, τι σκηνικό θα έχουμε εδώ, πάλι θα έχουμε ένα καφενείο, εκεί κάθονται με τη βράκα τους, το παραδοσιακό ρούχο στα νησιά είναι η βράκα, δεν μπορεί να ανεβείς πάνω στο κατάρτι και να ανεμίζουνε πανιά, είπαμε επί πλέον κρυώνεις, έχει υγρασία, βράκα είναι, στη Θράκη βράκα, στη Θεσσαλία βράκα, στη Μακεδονία βράκα, η φουστανέλα είναι μόνο στη Στερεά και την Πελοπόννησο, λοιπόν γυρνάμε στο θέμα μας, λέγαμε για τη βράκα, βράκα έχει ο Υδραίος, να μια βράκα και στη μέση ζωσμένος με μια ζώνη μέτρα για να κρατάει σταθερή την κοιλιά και ζεστή γιατί ο ναυτικός είναι που μπορείς να πάθεις ζημιές σημαντικές, είναι λοιπόν καθισμένοι, όταν τους έβλεπες ήτανε όλοι τους τόσο χοντροί από το πολύ ζωνάρι, όταν ξέλυναν το ζωνάρι βλέπεις άλλο πράγμα, παίρνουν το ναργιλέ παφ παφ παφ και λέει ένας, έχω στην άκρη ογδόντα τάλιρα, τα βάζω για ένα πλοίο, βάζεις και εσύ και πόστο, πόσα έχεις 100 τάλιρα, εντάξει, εσύ κυρ Νικόλα έχεις? ναι, πόσα έχεις? 15 τάλαρα, 3-4 έχουν χρήματα και λένε, βάζω, άλλοι λένε, δεν έχω χρήματα, αλλά κτίζω καράβια, τότε για πεις ναυτικό, θα έλεγες κτίζω, εγώ βάζω τα πανιά, μαζεύεται λοιπόν μια ομάδα, συμμετέχει στην κατασκευή ενός πλοίου και όταν κατασκευαστεί το πλοίο με τα χρήματα που έχουνε συγκεντρωθεί, αυτή η διαδικασία, βάζω ο κυρ Μήτσος, ο κυρ Νίκος κι' άλλοι, είναι προσέξτε και η δουλειά που βάζει ο κυρ Γιώργης, χρήματα είναι, δηλαδή μετατρέπεις την εργασία σε αξία και λες έβαλε τόσα χρήματα και τα πανιά χρήματα είναι, επομένως αυτό όλο συγκροτεί ένα σχήμα με το οποίο μπορείς να χρηματοδοτήσεις μια επιχείρηση, ένα πλοίο, αυτή η διαδικασία, βάζω βάζω βάζω λέγεται Σερμανιά και έχει μείνει η φράση, σερμανιά δεν κάνουνε, δηλαδή δεν τα βρίσκουνε, εκείνοι πάλι που βάζουνε ποσά, ο καθένας αντίστοιχο στο σμίχτη ας πούμε, ονομάζεται παρτσινέβελος, δηλαδή βάζει τμήμα, τμήματα,.
Κοιτάχτε να δείτε τώρα, βάζουνε λεφτά, στήνεται το καράβι, θέλουνε ξυλεία, υπήρχαν ταρσανάδες, στην Ύδρα φυσικά δεν είχανε ξυλεία, φέρνανε συνήθως από τη Κορινθία απέναντι που έχει πολλά δάση, κτίζανε το καράβι, έτοιμο το καράβι, να και τα πανιά, τώρα προσέξτε άλλο ενδιαφέρον σε αυτό το σημείο, τα καράβια την εποχή εκείνη ήταν έμποροι που λέγονται καράβια έμποροι, κάνανε εμπόριο, όχι διαμετακομιστική διαδικασία, σήμερα το καράβι απλώς μεταφέρει, η Α ξέρω εγώ, θέλει να μεταφέρει στη Κίνα 3000000 ηλεκτρονικούς υπολογιστές, παίρνει τηλέφωνο το κύριο Λαιμό και του ζητάει τι θέλει να μεταφέρει, γιατί οι Έλληνες εφοπλιστές κάνουν το μεγαλύτερο ποσοστό μεταφορών και του λέει, κύριε θέλουμε να μεταφερθεί αυτό Σηατλ ξέρω εγώ στη Σαγκάη, πόσα θέλετε, λέει εκείνος πόσα θέλει, συμφωνούνε και πάνε τα πλοία του τα παίρνουν και τα πάνε, τέλειωσε αυτό το πράγμα, σωστά? την εποχή εκείνη δεν ήταν έτσι και λίγο τμήμα του αμπαριού φόρτωνε κάτι για μεταφορά, δηλαδή μπορούσες να πας στον ιδιοκτήτη και να του πεις, που πας καπετάνιο στην Αλεξάνδρεια? μπορείς να φορτώσεις για μένα 3 κασέλες? ναι, τις έβαζε στην άκρη και το πλοίο , αλλά τα πλοία κάνανε τα ίδια εμπόριο, δηλαδή, έχω ένα σακί και δεν θέλω να φορτώσω τίποτα εκτός από παξιμάδια για το ταξίδι μου γιατί η Ύδρα ήταν γεμάτη φούρνους για να ψήνουν παξιμάδια για τους ναυτικούς, το σιτάρι φυσικά το φέρνανε από αλλού, έφευγες από την Ύδρα πήγαινες κάπου απέναντι στα παράλια της Πελοποννήσου, φόρτωνες κάτι από τη Πελοπόννησο, ξέρω εγώ, ξυλεία, ή στάρι ή λεμόνια ή φρούτα όλα τα έχει η Πελοπόννησος, λοιπόν από τη Πελοπόννησο πήγαινες απέναντι στις ακτές της , έβγαζες τα προϊόντα που είχες φορτώσει στο λιμάνι είχες φτάσει, κοίταζες αν θα πουληθούνε, στο μεταξύ και στο λιμάνι που ήρθες κοιτούσες, τι είχε η αγορά? να φορτώσεις από αυτά, ώστε στο επόμενο λιμάνι έβγαζες αυτά και πήγαινε έτσι το πράγμα, δηλαδή έκανες εμπόριο, το πλοίο ήτανε έμπορος, προσέξτε να δείτε τώρα, όταν είχε στηθεί το πλοίο πρέπει και να ταξιδέψει, επομένως του χρειάζεται καπετάνιος, το πλήρωμα, λοστρόμος, ναύτες κτλ. το τσούρμο, το πλοίο συνήθως ήτανε συγγενολόια των παρτσινέβελων, το σόϊ πάει παντού, σόϊ, σόϊ, όλη η ελληνική ζωή στηρίζονταν στο σόϊ, όχι μόνο εμείς, το έχει η Μεσόγειος, το έχουνε και οι Άραβες, το έχουνε και οι Ιταλοί, το έχουνε και οι Ισπανοί, συνήθως κάποιος από τους παρτσινέβελους, ξέρει από θάλασσα, γίνεται ο καπετάνιος, αν δεν είναι αυτός, ορίζουν κάποιο καπετάνιο της εμπιστοσύνης τους. Τώρα με τι αμείβεται το πλήρωμα? με δύο τρόπους μπορεί να αμειφθεί, ή με μερτικό, με μερτικό δηλαδή με αναλογία επί των κερδών κατά τη λήξη του κύκλου ή με μισθό, εκείνη την εποχή λεγόντανε λουφές, από εκεί προέρχεται, όταν παίρνεις μισθό δεν εργάζεσαι, ενώ όταν παίρνεις με μερτικό έχεις κίνητρο για να εργασθείς, λοιπόν προσέξτε να δείτε, στη περίοδο της ακμής της ελληνικής ναυτιλίας, γιατί η ελληνική ναυτιλία την περίοδο της τουρκοκρατίας γνώρισε ατυχές εποχές, οι χρυσές εποχές της ελληνικής ναυτιλίας είναι ο 18ος αιώνας, τότε συνέβησαν πράγματα απίστευτα και η Ύδρα γέμισε με χρυσές κασέλες και σπίτια με 30 δωμάτια και χρυσές οροφές κτλ. και η Σπέτσες και τα Ψαρά, δεν θυμάμαι αν σας το έχω πει, η Ύδρα είχε περισσότερα πλοία νηολογημένα από τη Μασσαλία, απίθανο πράγμα, αυτός ο τεράστιος πλούτος της Ύδρας, θα πάει στη περίοδο ακμής της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας, γίνεται ο κύκλος του ταξιδιού, σωστά? ο ναύκληρος κρατάει τα κιτάπια, τόσα βγάλαμε, τόσα αγοράσαμε, τόσα πουλήσαμε κτλ. τόσα σάπισαν, τώρα όλα αυτά τα πράγματα, όταν γύρναγε πίσω, έκανε το κύκλο του ταξιδιού, γινόντανε η εκκαθάριση, η εκκαθάριση αυτή δεν γίνονταν στον αέρα, υπήρχε ναυτικός νόμος, διότι στην Ύδρα είχε συγγραφεί ναυτικός νόμος, ακριβώς γιατί την ώρα εκκαθάρισης των λογαριασμών μπορούσε να οδηγήσει το νησί σε πολέμους και επειδή αυτό το θέμα το είχανε ζήσει, καταλήξανε και γράψανε το ναυτικό νόμο, ο οποίος προέβλεπε κάθε σημείο που θα μπορούσε να φέρει ένταση, εν πάσει περιπτώση κάθονταν κάτω οι παρτσινέβελοι, ο καπετάνιος και γίνονταν η εκκαθάριση, τόσο το καθαρό κέρδος, από το καθαρό κέρδος ένα τμήμα, γίνονταν πάντα στη Παναγιά, πως κάνουμε τα Χριστούγεννα με τη βασιλόπιτα κόβουμε για τη Παναγιά για το σπίτι, ξέρω εγώ, κόβονταν για την Παναγιά, για το μοναστήρι της Παναγιάς, προσέξτε, μπορούσε να γυρίσει πίσω με απώλεια, ελεύθερη επιχείρηση είναι, άλλοτε θα έχεις κέρδη, άλλοτε θα έχεις απώλεια, όταν έχεις απώλεια δε το φορτώνεις στη Παναγιά, όταν έχεις κέρδος, δίνεις κάτι στην Παναγιά και τι κάνανε μετά, ανάλογα υπήρχε μια αναλογία επί του ποσού ανάλογα, τι είχες βάλει εσύ ως αρχικό ποσό, πόσοι δουλειά έβαλες ως καπετάνιος, ως λοστρόμος, όλα αυτά με αναλογία επί του ποσού και προσέξτε να δείτε, το πλοίο έπρεπε να ξανά φορτώσει για να φύγει για το επόμενο, να τα ξανά πει και πάλι για να ξανά φύγει για το επόμενο, οπότε αυτοί οι άνθρωποι, ξανά μαζεύανε κάποιο κεφάλαιο για αρχίσει αυτή η κίνηση, αυτό το σύστημα στα νησιά μας δεν είναι μόνο ελληνικό, ήταν διαδεδομένο και στην Ιταλία και στη Μεσόγειο γενικά ήταν διαδεδομένο, όπως καταλαβαίνετε βοήθησε στο να μπαίνεις στην διαδικασία της ναυτιλίας, ο καθένας και κάθε οικογένεια να προσαρμοσθεί, έδωσε δηλαδή τη δυνατότητα να γίνει η ναυτιλία, μια ευρεία λαϊκή υπόθεση, μπήκαν όλοι σε αυτή, υπήρχε αυτή η συμμετοχή όταν άρχισε αργότερα η κάμψη της ναυτιλίας και γυρνάγανε τα πλοία με απώλειες, τότε οι ναύτες θέλανε λουφέ, στο καιρό που δεν είναι καλά τα πράγματα, διεκδικούσαν το μερτικό, λογικό είναι, κοιτάξτε να δείτε αν και ακόμη ήσουν πλούσιος και είχες πολλά χρήματα, δεν έβαζες χρήματα σε ένα πλοίο, γιατί δεν σε συνέφερε, την εποχή εκείνη ήταν πολλοί οι κίνδυνοι στους οποίους ήταν εκτεθειμένα τα πλοία, να έχεις βάλει, είναι ακριβό πράγμα το πλοίο, να είχες βάλει μεγάλο ποσό σε ένα πλοίο και αυτό να πέσει σε πειρατές, να τσακιστεί στα βράχια, έχανες αμέσως ένα μεγάλο ποσό, για αυτό και οι κεφαλαιούχοι σαν τον Ανδρέας Μπώκο, τον Ανδρέα Μιαούλης, ο Μιαούλης ήτανε μεγάλη μανούλα, σε αυτές τις επενδύσεις, μια φορά έκανε ένα πλοίο δικό του ολόκληρο για να δείξει πόσο σπουδαίος είναι, ο Μιαούλης ήταν πάρα πολύ ναυτικός, έβαζες σε πολλά πλοία λιγότερα ποσά, έτσι εάν ένα σου πλοίο γυρνούσε με απώλειες, τρία θα γυρνούσανε με κέρδος, θα έβγαζες την βάρκα το νερό, αλλιώς θα βούλιαζες ολότελα......