CHILDE HAROLD'S PILGRIMAGE
By Lord Byron
CANTO THE THIRD AND THE FOURHT.
Θα αναφερθούμε στην περίληψη των θεμάτων που περιλαμβάνουν τα δυο άσματα και θα τελειώσουμε την παρουσίαση με την απόδοση των τελευταίων στροφών του ποιήματος στο τέταρτο άσμα.
ΑΣΜΑ ΤΡΙΤΟ
Στην πρώτη στροφή αναπολεί την κόρη του, την Άδα ,κατά την αναχώρηση του από την Αγγλία για δεύτερη και τελευταία φορά στις 25 Απριλίου 1816. Στις πρώτες 7 στροφές αναπολεί κριτικά την μέχρι τότε ζωή του. Ο Χάρολντ είναι απογοητευμένος και επιθυμεί να κάνει μια καινούργια αρχή.
Επιθυμούσε να ζήσει μόνος του μακριά από τους άλλους ανθρώπους.
" Η έρημος , τα δάση, τα σπήλαια, τα μανιασμένα κύματα ήταν οι αγαπημένοι του σύντροφοι" (13η στροφή, στίχος 4ος)
Στην 18η στροφή ο Χάρολντ βρίσκεται στην πεδιάδα του Βατερλώ και διατυπώνει διάφορες σκέψεις για τον Ναπολέοντα και την μάχη που έλαβε χώρα. Αναφερόμενος στον Ναπολέοντα λέει -
' Ω συ που ήσουν υπερβολικός σε όλα, εάν ήξερες να κρατάς τον μέσο όρο, θα κρατούσες ακόμη το θρόνο σου ή ίσως δεν θα τολμούσες να ανέλθεις ποτέ σε αυτόν. Στην θρασύτητα σου οφείλεις την άνοδο και την πτώση σου" (36η στροφή).
Στις 46 έως 54 στροφές ο Χάρολντ θαυμάζει τις ομορφιές του Ρήνου και αναφέρει τα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα πλησίον του. Στις επόμενες στροφές ο Χάρολντ αναπολεί τα ερωτικά σκιρτήματα και τους πόθους του.
Συνεχίζει την περιγραφή γεγονότων και σκέψεων κατά τον διάπλουν του Ρήνου, το οποίον αποχαιρετά.
"Εάν τα μάτια αφήσουν χωρίς να το θέλουν την ομορφιά σου, ω ωραιότερε των ποταμών! το ύστατο τους βλέμμα εκφράζει ευγνωμοσύνη και θαυμασμό" ( 60η στροφή).
Στις στροφές 61-67, ο Χάρολντ προχωράει προς τις Άλπεις και κάνει ιστορικές αναδρομές σε γεγονότα που έλαβαν χώρα στα μέρη αυτά επί Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Στις 74-76 στροφές, ο Χάρολντ θαυμάζει την λίμνη Leman (μήκος 73 χλμ., πλάτος 14 χλμ. μέσο βάθος 154 μ., ύψος πάνω από την θάλασσα 372 μ.), το ποταμό Ροδανό, κοντά στην Γενεύη. Τις στροφές 74-77 τις αφιερώνει σε προσωπικές σκέψεις.
Οι στροφές 77-81 αναφέρονται στον φιλόσοφο Ρουσσώ και τα πιστεύω του.
"Η Γαλλία είχε σκύψει το κεφάλι της για αιώνες στο ζυγό της τυραννίας. Πιεσμένη και τρέμουσα υπόφερε την δουλεία σιωπηλά μέχρις ότου ο Ρουσσώ ύψωσε φωνή, σήκωσε το γαλλικό λαό από τον λήθαργο και τον ξεσήκωσε με εκείνη την υπερβολική αγανάκτηση που ακολουθεί πάντα την υπερβολική καταπίεση" ( στροφή 81).
Στις 85-91 στροφές θαυμάζει ξανά την λίμνη Leman και αναδεικνύει με επιχειρήματα την ανάδειξη της ελευθερίας πνεύματος και λόγου στο ανοικτό φυσικό περιβάλλον ( σημείωση - ο Μπάϋρον στην Ελβετία έμεινε στην βίλλα Diodati στην πολίχνη Coligny και κάθε απόγευμα διέπλεε την λίμνη. Οι εντυπώσεις του από το περιβάλλον αυτό, αποτυπώνονται στις θαυμάσιες αυτές στροφές του ποιήματος).
Πέφτει η νύχτα στην λίμνη και περιγράφει το αίσθημα που ένοιωσε από μια καταιγίδα στην περιοχή αυτή (στροφές 92-98). Ξημερώνει στη λίμνη και εξυμνεί την πολίχνη Clarens που έγινε ονομαστή από το βιβλίο του Ρουσσώ "La Nouvelle Heloise" (στροφές 98-104).
"Αχ, εάν ο Ρουσσώ διάλεξε την τοποθεσία αυτή από οποιαδήποτε άλλη, για να βάλει εδώ δυο αληθινούς εραστές, το έκανε γιατί αναγνώρισε ότι ο έρωτας προόριζε το μέρος αυτό για όντα που φαντάζονται αγνά."(104η στροφή).
"Λωζάννη, Ferney ! μας θυμίζετε ονόματα που έκαναν τα δικά σας ονομαστά!" (105η στροφή - εννοεί τον Βολταίρο που έζησε στο Ferney και τον Γίββωνα που έζησε στην Λωζάννη).
Στις στροφές 105-109 περιγράφει τα σημάδια που άφησαν οι δυο διανοητές στην ανθρωπότητα.
"Ω Ιταλία! Ιταλία! Στο θέαμα σου, η ξαφνική λάμψη των περασμένων αιώνων λάμπει στην ψυχή μου!" (110η στροφή).
Στις στροφές 111-114 ο ποιητής διώχνει την σκέψη του από την Ιταλία και περιορίζεται στον εαυτό του, αναφέροντας στίχους όπως ;
" Η νεότητα φλέγεται από φιλοδοξία, αλλά εγώ δεν είμαι πλέον τόσο νέος, ώστε να θεωρήσω σαν σημαντική απώλεια ή ζηλευτή αμοιβή, το μειδίαμα ή την περιφρόνηση του κόσμου. Ήμουν και είμαι μόνος." (112η στροφή).
" Ποτέ δεν αγάπησα τον κόσμο, ούτε αγαπήθηκα ποτέ από αυτόν." (113η στροφή).
Από την 115η ως την τελευταία 118η στροφή, αναφέρει ξανά την κόρη του Άδα και της λέει ότι όπως άρχισε το άσμα με το όνομα της, έτσι θα το τελειώσει.
" Είσαι τέκνο του έρωτα, αν και γεννήθηκες σε πικρές ημέρες και ανατράφηκες στην αγωνία της λύπης." (118η στροφή).
ΑΣΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ
Το άσμα αυτό αρχίζει από την Βενετιά, από την γέφυρα των Στεναγμών.
"Εκείνοι οι χρόνοι έφυγαν πλέον, αλλά η ωραιότητα της Βενετίας υπάρχει ακόμη. Τα Βασίλεια πέφτουν, οι τέχνες εξαφανίζονται, αλλά η φύση δεν πεθαίνει ποτέ." (3η στροφή).
Στην 5η στροφή, φέρνει στο νου του τους ήρωες από τα έργα του Σαίξπηρ ( Έμπορος της Βενετίας, Οθέλλος) και στρέφει την σκέψη του στα δημιουργήματα του πνεύματος.
" Τα προϊόντα του πνεύματος δεν είναι πλασμένα από πηλό. Αθάνατα από την ουσία τους, παράγουν και πολλαπλασιάζουν σε μας λαμπρότερο φως και πιο αγαπητή ύπαρξη. Κάθε τι που η μοίρα απαγορεύει κατά την άθλια ζωή στην θνητή δουλική μας κατάσταση, αυτά τα δημιουργήματα της φαντασίας το παρέχουν σε μας. Απομακρύνουν πρώτα από εμάς κάθε τι που μισούμε και προς αναπλήρωση του κενού, χύνουν νέα ζωή στις νέες καρδιές μας των οποίων όλα τα πρώτα άνθη μαράθηκαν!"( 5η στροφή).
Φθάνοντας στον εαυτό του, ταπεινόφρονα διατυπώνει τη σκέψη " Εάν το ψυχρό χέρι της λήθης εξαλείψει το όνομα μου από τον ναό όπου οι νεκροί τιμώνται από τα Έθνη, τότε η δάφνη ας στέψει ενδοξότερο μέτωπο, παρά το δικό μου και ας χαραχθεί στον τάφο μου το επιτύμβιο του Σπαρτιάτη - Η Σπάρτη έχει πολλούς καλλίτερους αυτού." ( 10η στροφή).
Στην 5-9η στροφή, ο Τσάϊλντ Χάρολντ δηλαδή ο ποιητής, εξομολογείται ότι αυτά που βλέπουν τα μάτια του επισκιάζουν, αυτά που αισθάνονται τα μάτια της ψυχής του, αυτά που έθρεψαν το πνεύμα του. Τον μαγεύουν τα ξένα μέρη " Έμαθα ξένες γλώσσες, δεν είμαι πλέον ξένος σε τόπους ξένους." ( 8η στροφή), αλλά αναπολεί την πατρίδα του και δηλώνει ότι αγαπάει περισσότερο την πατρίδα του την Αγγλία " Τρέφω την γλυκιά ελπίδα ότι οι απόγονοι μου θα αναφέρουν το όνομα μου στην μητρική μου γλώσσα." (9η στροφή).
Στις στροφές 11-12, βλέποντας τα μνημεία της Βενετίας, θυμάται το ένδοξο παρελθόν και λυπάται για το θλιβερό παρόν " Σήμερα ο Αυστριακός Δεσπότης βασιλεύει." (12η στροφή).
Στις στροφές 13-14, αναπολεί την κοσμοκράτειρα Βενετία " Το προπύργιο της Ευρώπης κατά των Οθωμανών."
Στις στροφές 15-18, υμνεί την Βενετία, αναφερόμενος σε διάφορους λογοτέχνες που την μνημονεύουν στα έργα τους.
Στις στροφές 19-25 οι μεγαλειώδης Άλπεις του δίνουν το ερέθισμα για να διατυπώσει σκέψεις για υπαρξιακά προβλήματα των ανθρώπων.
Στις στροφές 26-29 αντικρύζει την Ρώμη. Το ευρύτερο τοπίο του δίνει την ευκαιρία να περιγράψει ονειρικά το φυσικό περιβάλλον που τον περιβάλει.
Στις στροφές 30-34 αναφέρεται στον Πετράρχη, στο τόπο γέννησης του, στα μνημεία που τον θυμίζουν, στο μαγευτικό περιβάλλον " Εάν στην κοινωνία μαθαίνουμε να ζούμε, μόνο στην μοναξιά πρέπει να μαθαίνουμε πως να πεθάνουμε."( 33η στροφή).
Στη στροφή 35 αντικρύζει την Φερράρα και θυμάται την κυριαρχία της οικογένειας Este που τους αποκαλεί τυράννους και προστάτες. Μετά στις στροφές 36-41 κάνει αναφορές στον ποιητή Τουρκουάτο Τάσσο και τον Αλφόνσο Έστε ο οποίος φυλάκισε τον ποιητή, εξυμνώντας τον πρώτο και κατηγορώντας τον δεύτερο. Αναφέρεται επίσης στον ποιητή Ludovico Ariosto .
Στις στροφές 42-43 μιλάει για την ομορφιά της Ιταλίας και για τα δεινά που έχει υποστεί από διάφορους εχθρούς " Προικίσθηκες με το ολέθριο δώρο της ωραιότητας η οποία έγινε για σένα πηγή παρόντων και παρελθόντων δυστυχημάτων" (στροφή 42).
Στις στροφές 44-46 αναφέρεται σε επιστολή του Σουλπίκιου προς τον Κικέρωνα όπου περιγράφει το ταξίδι του σε διάφορα μέρη της Έλλαδας ( Μέγαρα, Πειραιά, Κόρινθο), οι οποίες τώρα βρίσκονται σε ερείπια. Ακόμη και η Ρώμη "Ναι και αυτή η Ρώμη, η κοσμοκράτειρα Ρώμη, έσκυψε τον αυχένα της στην καταιγίδα" (στροφή 46).
Αποκαλεί την Ιταλία " Μητέρα των τεχνών" και για τους κατακτητές της λέει "Νομίζω ότι βλέπω ήδη, τα στίφη των βαρβάρων να φεύγουν έντρομα από τις πεδιάδες που τώρα βρίσκονται"
Στις στροφές 48-53 υμνεί τον ποταμό Άρνο που οδηγεί στην Φλωρεντία. Και πλέκει το εγκώμιο της Θεάς της Πάφου, της Αφροδίτης το άγαλμα της οποίας τον μάγεψε. "Αφήνω στην σοφή γραφίδα των ειδικών, στους καλλιτέχνες και μιμητές τους, την φροντίδα για να μας περιγράψουν με την συνήθη φιλοκαλία τους τις κομψές καμπύλες, τα αβρά γυρίσματα του ζωντανού αυτού μαρμάρου και τέλος να μας περιγράψουν τα απερίγραπτα. Αλλά η βρώμικη ανάσα τους ας μην μαυρίσει την στιλπνή επιφάνεια του κρυσταλλοειδούς μαρμάρου πάνω στο οποίο σμιλεύτηκε το αριστούργημα τούτο της γλυπτικής." (στροφή 53).
Στις στροφές 54- 61 αφιερώνει στο ναό της Santa Croce. Ο ιερός περίβολος της περιέχει τα λείψανα του Μιχαήλ Άγγελου, του Αλφιέρι, του Γαλιλαίου, του Μακιαβέλλι. Πλέκει το εγκώμιο τους αλλά διερωτάται που βρίσκονται οι τάφοι του Δάντη, Πετράρχη, Βοκάκκιου. Σέβεται τις τέχνες που υπάρχουν στην πόλη του ποταμού Άρνου. Επανέρχεται όμως στην φυσιολατρεία του και εξυμνεί το μαγευτικό φυσικό περιβάλλον που αντικρίζει κάθε φορά.
Στις στροφές 62-65 περιγράφει την λίμνη Τρασιμένη και την πανωλεθρία των ρωμαϊκών στρατευμάτων όπου ο Καρχηδόνιος Αννίβας νίκησε το Ρωμαίο ύπατο Γάϊο Φλαμίνιο.
Στις στροφές 66-72 θαυμάζει τον ποταμό Κλιτούμνο (Clitumnus) και τον νάο του Κλιτούμνου που βρίσκεται κοντά στον ποταμό, ενώ μένει εκστατικός από την θέα των καταρρακτών Cascata del marmore κοντά στη πόλη Terni και που χύνονται στον ποταμό Nera.( σημείωση - οι τεχνητοί καταρράκτες δημιουργήθηκαν από τους Ρωμαίους).
Στις στροφές 73-77 θαυμάζει τα Απέννινα, τα χαρακτηρίζει μικρές Άλπεις και αναπολεί τους παγετώνες του Λευκού όρους (Mont Blanc) , τους κεραυνούς στα όρη της Χιμάρας, τους αετούς του Παρνασσού, τον Άθω, τον Όλυμπο, την Αίτνα. Αντικρίζει το μοναστήρι στο όρος Σοράκτο και θυμάται απαξιωτικά τον Οράτιο και εξηγεί γιατί η ρωμαϊκή ποίηση δεν τον συγκινεί.
Στις στροφές 78-87 κυριαρχεί η Ρώμη. Συγκρίνει το παλαιότερο μεγαλείο της με το σήμερα και απογοητεύεται. Επικαλείται τον ποταμό Τίβερη να καλύψει ως μανδύας τον εξευτελισμό της Ρώμης!
Τα ερείπια του προκαλούν φρίκη. Θυμάται τον Βρούτο, τον Βιργίλιο, τον Λίβιο, τον Σύλλα που τον συγκρίνει με τον Κρόμβελ, τον Καίσαρα και τον Πομπήιο.
Στις στροφές 88-105 κάνει αναφορά στην Λύκαινα της Ρώμης που εξασφάλισε τροφή στο Ρωμήλο και τον Ρέμο που υπήρξαν οι ιδρυτές και οι πρώτοι βασιλιάδες της Ρώμης. Οι απόγονοι τους προοδευτικά φθάνουν στο απόγειο τους με την κυρίαρχη μορφή του Ιουλίου Καίσαρα που με την λακωνική του φράση "ήλθον, είδον, ενίκησα" ("veni, vide, vinci") ανήγγειλε την νίκη του εναντίον του βασιλιά του Πόντου Φαρνάκη (47 π.χ.).
Στη συνέχεια φιλοσοφεί για το δίκαιο ή το άδικο των ισχυρών εξουσιαστών του κόσμου, για την τυραννία " ομιλώ για τον δυο φορές βαρύνοντα τον τράχηλο μας ζυγό και για τους φανερούς σκοπούς της τυραννίας. Ομιλώ για τις εντολές των ισχυρών της γης οι οποίες αντέγραψαν εκείνον που ταπείνωσε τους υπερήφανους, ζωντάνεψε τους κοιμισμένους βασιλιάδες στους θρόνους τους και θα περιβάλλονταν με μεγάλη δόξα εάν το ισχυρό τους χέρι περιορίζονταν μόνο σε τούτο! Μπορούν επομένως να δαμασθούν οι τύραννοι παρά μόνο από τυράννους? "
Πιστεύει ότι υπάρχει άλλος δρόμος και αναφέρεται στην Αμερική με την παρουσία του Ουάσιγκτον.
Θυμάται τα αιματηρά γεγονότα στην Γαλλία " Η Γαλλία μέθυσε από το αίμα, ώστε να μας γίνει αντιπαθής εξ' αιτίας των εγκλημάτων της!"
Επικαλείται όμως την Ελευθερία " Η σαν σάλπιγγα ηχηρή φωνή σου, αν και σήμερα εξασθενημένη και θνήσκουσα, θα αντηχήσει ισχυρότερα μετά την καταιγίδα."
Επανέρχεται όμως στα μνημεία της Ρώμης και σχολιάζει την ζωή και τον βίο της Καικιλίας Μετέλλας ( Ήταν μια Ρωμαία υψηλής κοινωνικής θέσης που έζησε τον 1ο αιώνα π.χ.) με αφορμή το τάφο της που αντίκρισε στην Αππία οδό.
Στις στροφές 106-113 καταγράφει πολλές σκέψεις του. Το βλέμμα του επικεντρώνεται στο λόφο του Παλατίνου ( ένας από τους 7 λόφους της Ρώμης), το φυσικό περιβάλλον και αναλογίζεται τα πλούσια μέγαρα που θα υπήρχαν κάποτε, ενώ σήμερα είναι μόνο ερείπια που δεν γνωρίζουμε εάν ανήκουν σε ναούς, ανάκτορα ή λουτρά? και καταλήγει " Η ιστορία με όλους τους πολυάριθμους της τόμους έχει μόνο μια σελίδα την οποία διαβάζουμε καλύτερα εδώ τώρα, όπου η υπερηφάνεια των τυράννων είχε μαζέψει όλους τους θησαυρούς και όλες τις ηδονές. Αλλά τι χρειάζονται τα λόγια? Πλησίασε! "(108 στροφή).
Θυμάται επικριτικά τον Μάρκο Τύλλιο Κικέρωνα (106-43 π.χ.) Ρωμαίο φιλόσοφο, πολιτικό, ρήτορα, ύπατο. Ο Κλαύδιος έκαψε το σπίτι του στον Παλατίνο λόφο, έκτισε στη θέση του ναό της ελευθερίας και δήμευσε την περιουσία του. Επικαλείται τον χρόνο που σβύνει τα ίχνη των επωνύμων. Η θέα της στήλης του Τραϊανού του φέρνει στη μνήμη τον Τίτο ( Τίτος Φλάβιος Βεσπασιανός, αυτοκράτορας της Ρώμης από 79-81, κατακτητής της Ιερουσαλήμ) και τον Τραϊανό (53-117 μ.Χ. επί αυτοκρατορίας του, η ακμή της έφθασε στο απόγειο)). Πλέκει το εγκώμιο του Τραϊανού.
Στις στροφές 114-127 αρχίζει με την αναφορά του στον πολιτικό που προσπάθησε να ενοποιήσει την Ιταλία, τον Ριένζι (1313-1354), τον αποκαλεί ελπίδα της Ιταλίας. Μετά αναφέρεται στην σπηλιά της Ηγερίας που περιλαμβάνει σύνθεση αγάλματος, πηγής και λίμνης ( Η Ηγερία ήταν νύμφη, σύζυγος του Νουμά Πομπίλιου δεύτερου βασιλιά της Ρώμης και τον επηρέαζε στις αποφάσεις του. Σύμφωνα με τις "Μεταμορφώσεις " του Οβιδίου μετά τον θάνατο του Νουμά, η Ηγερία μεταμορφώθηκε σε πηγή, ένα μέρος έμπνευσης και προφητείας ). Περιγράφει το άγαλμα, την λίμνη και την πλούσια βλάστηση που περιβάλει τον χώρο. " Σε τέτοια γοητευτική στέγη βρήκες άσυλο, ω Ηγερία! Εδώ κτυπάει η καρδιά σου, ακούγονται τα βήματα του εραστή σου. Η νύχτα δίνει στις μυστηριώδης συναντήσεις σας την αστροφεγγιά του ουρανίου θόλου. Τέτοιο άντρο βέβαια σχηματίστηκε για να στεγάσει τον έρωτα μιας θεάς! " (στροφή 118).
Μιλάει για τον έρωτα, αλλά καταλήγει " Ο βίος μας είναι ψευδής φύση, δεν βρίσκεται σε αρμονία με το σύμπαν. Γιατί αυτή η τρομερή μας καταδίκη? Γιατί αυτή η ανεξίτηλη κηλίδα του αμαρτήματος? Ζούμε σε ένα ολέθριο δέντρο, ένα φαρμακερό δέντρο μεγάλης έκτασης, του οποίου η ρίζα είναι όλη η γη, τα δε κλαδιά και φύλλα είναι οι ουρανοί οι οποίοι αντί δροσιάς ρίχνουν στους ανθρώπους κρουνούς ολέθριων δεινών. Οι αρρώστιες, ο θάνατος, η δουλεία, όλα τα κακά που βλέπουμε, αλλά και τα χειρότερα που δεν βλέπουμε, γεμίζουν την ψυχή μας με νέα και ατελείωτα βάσανα" (στροφή 126). " Το να σκεφτόμαστε είναι το τελευταίο και μόνο καταφύγιο μας" (στροφή 127).
Στις στροφές 128-138 διερωτάται πρώτα για κάποιες αψίδες που βρίσκονται πάνω σε άλλες, περιγράφοντας το Κολοσσαίο , αλλά του δίνει την ευκαιρία να αναλογισθεί τον συμβολισμό του "Η γαλαζωπή σκιά της ιταλικής νύχτας που απλώνεται πάνω από το εκτεταμένο και θαυμαστό οικοδόμημα, φαίνεται σαν πέπλο που περιβάλει το μεγαλείο του" (στροφή 128).
Απευθύνεται στο χρόνο και του ζητάει να του κάνει μια χάρη. "Ο πόνος του να μην μείνει χωρίς ανταπόδοση. Δεν θα πρέπει να κλάψουν και οι εχθροί μου?" Απευθύνεται στη Νέμεση (Η Νέμεση των Ρωμαίων ήταν ιερή και σεβαστή. Στον Παλατίνο λόφο υπήρχε ναός που την λάτρευαν με το όνομα Ραμνουσία.),αναφέρεται στο παράδειγμα του Ορέστη, και την παρακαλεί να τον ακούσει " Συ πρέπει να αναλάβεις την εκδίκηση, είναι ακόμη καιρός να την εκτελέσεις."(στροφή 133).
Ζητάει την τιμωρία των διωκτών του, αλλά καταλήγει "Τους συγχωρώ, ιδού η κατάρα μου".
Στην συνέχεια αναφέρεται στις συκοφαντίες που τον πλήγωσαν, τον λύπησαν πολύ και πιστεύει ότι οι συκοφάντες θα αισθανθούν με την πάροδο του χρόνου "Την βραδεία τιμωρία της αγάπης"(στροφή 137).
Επανέρχεται στα δρώμενα που έλαβαν χώρα στο παρελθόν στο Κολοσσαίο, μετά παρατηρεί το άγαλμα του θνήσκοντα μονομάχου και σκιαγραφεί τις τελευταίες του στιγμές πριν πεθάνει, φέρνοντας στην μνήμη του γεγονότα φρίκης! που έλαβαν χώρα σε αυτό το οικοδόμημα. Ακολούθως περιγράφει το Κολοσσαίο. Το Πάνθεον ( Το Πάνθεον της Ρώμης είναι αρχαία θρησκευτική κατασκευή η οποία βρίσκεται στην Piazza della Rotonda (Ρώμη). Κατασκευάστηκε ύστερα από εντολή του Αγρίππα κατά τον 1ο αιώνα π.Χ. και υπέστη αρκετές καταστροφές από πυρκαγιές, με αποτέλεσμα να ανακατασκευαστεί πλήρως από τον Αδριανό στις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ. Αρχικά, το Πάνθεον ήταν ναός αφιερωμένος σε όλες της θεότητες της Αρχαίας Ρώμης.) τον εντυπωσιάζει και θαυμάζει αναπολώντας τους παρελθόντες αιώνες. Στην συνέχεια περιγράφει τις εντυπώσεις και τις σκέψεις του από τον ζωγραφικό πίνακα της Romana Caritas ( Romana Caritas είναι η ιστορία μιας γυναίκας της Pero η οποία κρυφά θηλάζει τον πατέρα της μετά την καταδίκη του να σταυρωθεί.. Συγκινεί τις Αρχές και κερδίζει την απελευθέρωση του πατέρα της.).
Μετά συγκεντρώνει την προσοχή του στο Μαυσωλείο του Αδριανού (Castello San Angelo) το οποίο κτίστηκε γιγάντιο κατά μίμηση των πυραμίδων της Αιγύπτου.
Μπροστά στον μεγαλοπρεπή ναό του Αγίου Πέτρου εντυπωσιάζεται και αφιερώνει τις σκέψεις του στην περιγραφή του θαυμαστού οικοδομήματος και στα συναισθήματα που γεννάει η παρουσία του ναού. Αυτό πραγματοποιείται σε περίπου 10 στροφές (153-160).
Μετά στρέφει την προσοχή του στο Βατικανό, βλέπει τα αγάλματα του Λαοκόοντα και του Απόλλωνα του Belvedere και καταγράφει την αντίθεση των αισθημάτων ανάμεσα στα δυο έργα, του υπέρτατου πόνου και της ιδεατής ομορφιάς.
Τέλος αναζητάει τον προσκυνητή του "δεν υπάρχει πλέον, οι περιηγήσεις του τέλειωσαν, οι οπτασίες του εξαφανίστηκαν και αυτός έγινε άφαντος, σαν μα μην υπήρξε ποτέ".(στροφή 164).
Στις επόμενες στροφές κάνει μεταφυσικές αναφορές στο χάος και το θάνατο.
Αυτόν " Το μαυσωλείο κέρδισε", αλλά γρήγορα αυτός μας προσφέρει αποχαιρετισμό, σκαρφαλώνει στα Αλμπανικά βουνά και καθώς η Μεσόγειος για μια ακόμη φορά τον αποχαιρετάει αθροίζει το ηθικό δίδαγμα των επιχειρημάτων του. Ο άντρας και όλα του τα έργα είναι σαν μια σταγόνα βροχής στον Ωκεανό "Η εικόνα της αιωνιότητας, ο θρόνος του αόρατου!".
Έτσι τελειώνει το τέταρτο άσμα του ποιήματος του Λόρδου Μπάϋρον " Το προσκύνημα του Τσάϊλντ Χάρολντ".
Η παρουσίαση του έργου τελειώνει με την απόδοση των 3 τελευταίων στροφών του ποιήματος.
CLXXXIV.
CLXXXIV.(184)
Ωκεανέ! Κάποτε σε αγάπησα, η πιο γλυκιά χαρά της νιότης μου
ήταν να παραδίνομαι στους κόλπους σου περιφερόμενος στην τύχη
στα κύματα σου, όπως οι φούσκες του αφρού σου. Στην παιδική μου
ηλικία έπαιζα με τους κυματισμούς σου στους υφάλους.
Ω, ποια ηδονή αισθανόμουνα τότε! Εάν η θάλασσα αγριεμένη
τα καθιστούσε επικίνδυνα, οι φόβοι αυτοί με προκαλούσαν
γιατί είμαι τέκνο σου και εμπιστεύομαι τον εαυτό μου
στα νερά σου και χάϊδευα με τα χέρια μου την υγρή σου
χαίτη, όπως το κάνω και τώρα.
CLXXXV.
CLXXXV.(185)
Το έργο μου τελείωσε, τα τραγούδια μου σταμάτησαν,
Η φωνή μου αντηχεί για τελευταία φορά, είναι καιρός
να παύσω πλέον και να σβύσω το λυχνάρι που με φώτιζε
στο σκοτάδι της νύχτας. Ότι έγραψα, έγραψα.
Μακάρι να μπορούσα να γράψω καλύτερους
στίχους, αλλά δεν είμαι πλέον, εκείνος που ήμουν άλλοτε
Οι οπτασίες μου εμφανίζονται ολοένα και αμυδρότερες
η δε φωτιά που άναβε την φαντασία μου
χαμηλώνει και σβύνει!
CLXXXVI.
CLXXXVI.(186)
Σας χαιρετώ! Ω πόσο θλιβερή ακούγεται
όπως πάντοτε, αυτή η λέξη του αποχαιρετισμού!
και όμως σας χαιρετώ όλους εσάς, όσοι ακολουθήσατε τον προσκυνητή μου
μέχρι τέλους των ταξιδιών του! Εάν η μνήμη σας κρατήσει
μια μόνη από τις σκέψεις του, εάν απλή ανάμνηση μείνει σε εσάς,
αυτό θα χαροποιήσει αυτόν πάρα πολύ, μια και δεν έλιωσε
άδικα τα παπούτσια του για να συλλέξει τα ποιητικά του όστρακα!
Σας χαιρετώ! Αν υπάρχει κάτι λυπηρό στους στίχους του, μακάρι να μείνει
μόνο σε αυτόν, σε εσάς μακάρι να μείνει η ηθική των τραγουδιών του.
By Lord Byron
CANTO THE THIRD AND THE FOURHT.
ΑΣΜΑ ΤΡΙΤΟ ΚΑΙ ΤΕΤΑΡΤΟ.
Θα αναφερθούμε στην περίληψη των θεμάτων που περιλαμβάνουν τα δυο άσματα και θα τελειώσουμε την παρουσίαση με την απόδοση των τελευταίων στροφών του ποιήματος στο τέταρτο άσμα.
ΑΣΜΑ ΤΡΙΤΟ
Στην πρώτη στροφή αναπολεί την κόρη του, την Άδα ,κατά την αναχώρηση του από την Αγγλία για δεύτερη και τελευταία φορά στις 25 Απριλίου 1816. Στις πρώτες 7 στροφές αναπολεί κριτικά την μέχρι τότε ζωή του. Ο Χάρολντ είναι απογοητευμένος και επιθυμεί να κάνει μια καινούργια αρχή.
Επιθυμούσε να ζήσει μόνος του μακριά από τους άλλους ανθρώπους.
" Η έρημος , τα δάση, τα σπήλαια, τα μανιασμένα κύματα ήταν οι αγαπημένοι του σύντροφοι" (13η στροφή, στίχος 4ος)
Στην 18η στροφή ο Χάρολντ βρίσκεται στην πεδιάδα του Βατερλώ και διατυπώνει διάφορες σκέψεις για τον Ναπολέοντα και την μάχη που έλαβε χώρα. Αναφερόμενος στον Ναπολέοντα λέει -
' Ω συ που ήσουν υπερβολικός σε όλα, εάν ήξερες να κρατάς τον μέσο όρο, θα κρατούσες ακόμη το θρόνο σου ή ίσως δεν θα τολμούσες να ανέλθεις ποτέ σε αυτόν. Στην θρασύτητα σου οφείλεις την άνοδο και την πτώση σου" (36η στροφή).
Στις 46 έως 54 στροφές ο Χάρολντ θαυμάζει τις ομορφιές του Ρήνου και αναφέρει τα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα πλησίον του. Στις επόμενες στροφές ο Χάρολντ αναπολεί τα ερωτικά σκιρτήματα και τους πόθους του.
Συνεχίζει την περιγραφή γεγονότων και σκέψεων κατά τον διάπλουν του Ρήνου, το οποίον αποχαιρετά.
"Εάν τα μάτια αφήσουν χωρίς να το θέλουν την ομορφιά σου, ω ωραιότερε των ποταμών! το ύστατο τους βλέμμα εκφράζει ευγνωμοσύνη και θαυμασμό" ( 60η στροφή).
Στις στροφές 61-67, ο Χάρολντ προχωράει προς τις Άλπεις και κάνει ιστορικές αναδρομές σε γεγονότα που έλαβαν χώρα στα μέρη αυτά επί Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Στις 74-76 στροφές, ο Χάρολντ θαυμάζει την λίμνη Leman (μήκος 73 χλμ., πλάτος 14 χλμ. μέσο βάθος 154 μ., ύψος πάνω από την θάλασσα 372 μ.), το ποταμό Ροδανό, κοντά στην Γενεύη. Τις στροφές 74-77 τις αφιερώνει σε προσωπικές σκέψεις.
Οι στροφές 77-81 αναφέρονται στον φιλόσοφο Ρουσσώ και τα πιστεύω του.
"Η Γαλλία είχε σκύψει το κεφάλι της για αιώνες στο ζυγό της τυραννίας. Πιεσμένη και τρέμουσα υπόφερε την δουλεία σιωπηλά μέχρις ότου ο Ρουσσώ ύψωσε φωνή, σήκωσε το γαλλικό λαό από τον λήθαργο και τον ξεσήκωσε με εκείνη την υπερβολική αγανάκτηση που ακολουθεί πάντα την υπερβολική καταπίεση" ( στροφή 81).
Στις 85-91 στροφές θαυμάζει ξανά την λίμνη Leman και αναδεικνύει με επιχειρήματα την ανάδειξη της ελευθερίας πνεύματος και λόγου στο ανοικτό φυσικό περιβάλλον ( σημείωση - ο Μπάϋρον στην Ελβετία έμεινε στην βίλλα Diodati στην πολίχνη Coligny και κάθε απόγευμα διέπλεε την λίμνη. Οι εντυπώσεις του από το περιβάλλον αυτό, αποτυπώνονται στις θαυμάσιες αυτές στροφές του ποιήματος).
Πέφτει η νύχτα στην λίμνη και περιγράφει το αίσθημα που ένοιωσε από μια καταιγίδα στην περιοχή αυτή (στροφές 92-98). Ξημερώνει στη λίμνη και εξυμνεί την πολίχνη Clarens που έγινε ονομαστή από το βιβλίο του Ρουσσώ "La Nouvelle Heloise" (στροφές 98-104).
"Αχ, εάν ο Ρουσσώ διάλεξε την τοποθεσία αυτή από οποιαδήποτε άλλη, για να βάλει εδώ δυο αληθινούς εραστές, το έκανε γιατί αναγνώρισε ότι ο έρωτας προόριζε το μέρος αυτό για όντα που φαντάζονται αγνά."(104η στροφή).
"Λωζάννη, Ferney ! μας θυμίζετε ονόματα που έκαναν τα δικά σας ονομαστά!" (105η στροφή - εννοεί τον Βολταίρο που έζησε στο Ferney και τον Γίββωνα που έζησε στην Λωζάννη).
Στις στροφές 105-109 περιγράφει τα σημάδια που άφησαν οι δυο διανοητές στην ανθρωπότητα.
"Ω Ιταλία! Ιταλία! Στο θέαμα σου, η ξαφνική λάμψη των περασμένων αιώνων λάμπει στην ψυχή μου!" (110η στροφή).
Στις στροφές 111-114 ο ποιητής διώχνει την σκέψη του από την Ιταλία και περιορίζεται στον εαυτό του, αναφέροντας στίχους όπως ;
" Η νεότητα φλέγεται από φιλοδοξία, αλλά εγώ δεν είμαι πλέον τόσο νέος, ώστε να θεωρήσω σαν σημαντική απώλεια ή ζηλευτή αμοιβή, το μειδίαμα ή την περιφρόνηση του κόσμου. Ήμουν και είμαι μόνος." (112η στροφή).
" Ποτέ δεν αγάπησα τον κόσμο, ούτε αγαπήθηκα ποτέ από αυτόν." (113η στροφή).
Από την 115η ως την τελευταία 118η στροφή, αναφέρει ξανά την κόρη του Άδα και της λέει ότι όπως άρχισε το άσμα με το όνομα της, έτσι θα το τελειώσει.
" Είσαι τέκνο του έρωτα, αν και γεννήθηκες σε πικρές ημέρες και ανατράφηκες στην αγωνία της λύπης." (118η στροφή).
ΑΣΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ
Το άσμα αυτό αρχίζει από την Βενετιά, από την γέφυρα των Στεναγμών.
"Εκείνοι οι χρόνοι έφυγαν πλέον, αλλά η ωραιότητα της Βενετίας υπάρχει ακόμη. Τα Βασίλεια πέφτουν, οι τέχνες εξαφανίζονται, αλλά η φύση δεν πεθαίνει ποτέ." (3η στροφή).
Στην 5η στροφή, φέρνει στο νου του τους ήρωες από τα έργα του Σαίξπηρ ( Έμπορος της Βενετίας, Οθέλλος) και στρέφει την σκέψη του στα δημιουργήματα του πνεύματος.
" Τα προϊόντα του πνεύματος δεν είναι πλασμένα από πηλό. Αθάνατα από την ουσία τους, παράγουν και πολλαπλασιάζουν σε μας λαμπρότερο φως και πιο αγαπητή ύπαρξη. Κάθε τι που η μοίρα απαγορεύει κατά την άθλια ζωή στην θνητή δουλική μας κατάσταση, αυτά τα δημιουργήματα της φαντασίας το παρέχουν σε μας. Απομακρύνουν πρώτα από εμάς κάθε τι που μισούμε και προς αναπλήρωση του κενού, χύνουν νέα ζωή στις νέες καρδιές μας των οποίων όλα τα πρώτα άνθη μαράθηκαν!"( 5η στροφή).
Φθάνοντας στον εαυτό του, ταπεινόφρονα διατυπώνει τη σκέψη " Εάν το ψυχρό χέρι της λήθης εξαλείψει το όνομα μου από τον ναό όπου οι νεκροί τιμώνται από τα Έθνη, τότε η δάφνη ας στέψει ενδοξότερο μέτωπο, παρά το δικό μου και ας χαραχθεί στον τάφο μου το επιτύμβιο του Σπαρτιάτη - Η Σπάρτη έχει πολλούς καλλίτερους αυτού." ( 10η στροφή).
Στην 5-9η στροφή, ο Τσάϊλντ Χάρολντ δηλαδή ο ποιητής, εξομολογείται ότι αυτά που βλέπουν τα μάτια του επισκιάζουν, αυτά που αισθάνονται τα μάτια της ψυχής του, αυτά που έθρεψαν το πνεύμα του. Τον μαγεύουν τα ξένα μέρη " Έμαθα ξένες γλώσσες, δεν είμαι πλέον ξένος σε τόπους ξένους." ( 8η στροφή), αλλά αναπολεί την πατρίδα του και δηλώνει ότι αγαπάει περισσότερο την πατρίδα του την Αγγλία " Τρέφω την γλυκιά ελπίδα ότι οι απόγονοι μου θα αναφέρουν το όνομα μου στην μητρική μου γλώσσα." (9η στροφή).
Στις στροφές 11-12, βλέποντας τα μνημεία της Βενετίας, θυμάται το ένδοξο παρελθόν και λυπάται για το θλιβερό παρόν " Σήμερα ο Αυστριακός Δεσπότης βασιλεύει." (12η στροφή).
Στις στροφές 13-14, αναπολεί την κοσμοκράτειρα Βενετία " Το προπύργιο της Ευρώπης κατά των Οθωμανών."
Στις στροφές 15-18, υμνεί την Βενετία, αναφερόμενος σε διάφορους λογοτέχνες που την μνημονεύουν στα έργα τους.
Στις στροφές 19-25 οι μεγαλειώδης Άλπεις του δίνουν το ερέθισμα για να διατυπώσει σκέψεις για υπαρξιακά προβλήματα των ανθρώπων.
Στις στροφές 26-29 αντικρύζει την Ρώμη. Το ευρύτερο τοπίο του δίνει την ευκαιρία να περιγράψει ονειρικά το φυσικό περιβάλλον που τον περιβάλει.
Στις στροφές 30-34 αναφέρεται στον Πετράρχη, στο τόπο γέννησης του, στα μνημεία που τον θυμίζουν, στο μαγευτικό περιβάλλον " Εάν στην κοινωνία μαθαίνουμε να ζούμε, μόνο στην μοναξιά πρέπει να μαθαίνουμε πως να πεθάνουμε."( 33η στροφή).
Στη στροφή 35 αντικρύζει την Φερράρα και θυμάται την κυριαρχία της οικογένειας Este που τους αποκαλεί τυράννους και προστάτες. Μετά στις στροφές 36-41 κάνει αναφορές στον ποιητή Τουρκουάτο Τάσσο και τον Αλφόνσο Έστε ο οποίος φυλάκισε τον ποιητή, εξυμνώντας τον πρώτο και κατηγορώντας τον δεύτερο. Αναφέρεται επίσης στον ποιητή Ludovico Ariosto .
Στις στροφές 42-43 μιλάει για την ομορφιά της Ιταλίας και για τα δεινά που έχει υποστεί από διάφορους εχθρούς " Προικίσθηκες με το ολέθριο δώρο της ωραιότητας η οποία έγινε για σένα πηγή παρόντων και παρελθόντων δυστυχημάτων" (στροφή 42).
Στις στροφές 44-46 αναφέρεται σε επιστολή του Σουλπίκιου προς τον Κικέρωνα όπου περιγράφει το ταξίδι του σε διάφορα μέρη της Έλλαδας ( Μέγαρα, Πειραιά, Κόρινθο), οι οποίες τώρα βρίσκονται σε ερείπια. Ακόμη και η Ρώμη "Ναι και αυτή η Ρώμη, η κοσμοκράτειρα Ρώμη, έσκυψε τον αυχένα της στην καταιγίδα" (στροφή 46).
Αποκαλεί την Ιταλία " Μητέρα των τεχνών" και για τους κατακτητές της λέει "Νομίζω ότι βλέπω ήδη, τα στίφη των βαρβάρων να φεύγουν έντρομα από τις πεδιάδες που τώρα βρίσκονται"
Στις στροφές 48-53 υμνεί τον ποταμό Άρνο που οδηγεί στην Φλωρεντία. Και πλέκει το εγκώμιο της Θεάς της Πάφου, της Αφροδίτης το άγαλμα της οποίας τον μάγεψε. "Αφήνω στην σοφή γραφίδα των ειδικών, στους καλλιτέχνες και μιμητές τους, την φροντίδα για να μας περιγράψουν με την συνήθη φιλοκαλία τους τις κομψές καμπύλες, τα αβρά γυρίσματα του ζωντανού αυτού μαρμάρου και τέλος να μας περιγράψουν τα απερίγραπτα. Αλλά η βρώμικη ανάσα τους ας μην μαυρίσει την στιλπνή επιφάνεια του κρυσταλλοειδούς μαρμάρου πάνω στο οποίο σμιλεύτηκε το αριστούργημα τούτο της γλυπτικής." (στροφή 53).
Στις στροφές 54- 61 αφιερώνει στο ναό της Santa Croce. Ο ιερός περίβολος της περιέχει τα λείψανα του Μιχαήλ Άγγελου, του Αλφιέρι, του Γαλιλαίου, του Μακιαβέλλι. Πλέκει το εγκώμιο τους αλλά διερωτάται που βρίσκονται οι τάφοι του Δάντη, Πετράρχη, Βοκάκκιου. Σέβεται τις τέχνες που υπάρχουν στην πόλη του ποταμού Άρνου. Επανέρχεται όμως στην φυσιολατρεία του και εξυμνεί το μαγευτικό φυσικό περιβάλλον που αντικρίζει κάθε φορά.
Στις στροφές 62-65 περιγράφει την λίμνη Τρασιμένη και την πανωλεθρία των ρωμαϊκών στρατευμάτων όπου ο Καρχηδόνιος Αννίβας νίκησε το Ρωμαίο ύπατο Γάϊο Φλαμίνιο.
Στις στροφές 66-72 θαυμάζει τον ποταμό Κλιτούμνο (Clitumnus) και τον νάο του Κλιτούμνου που βρίσκεται κοντά στον ποταμό, ενώ μένει εκστατικός από την θέα των καταρρακτών Cascata del marmore κοντά στη πόλη Terni και που χύνονται στον ποταμό Nera.( σημείωση - οι τεχνητοί καταρράκτες δημιουργήθηκαν από τους Ρωμαίους).
Στις στροφές 73-77 θαυμάζει τα Απέννινα, τα χαρακτηρίζει μικρές Άλπεις και αναπολεί τους παγετώνες του Λευκού όρους (Mont Blanc) , τους κεραυνούς στα όρη της Χιμάρας, τους αετούς του Παρνασσού, τον Άθω, τον Όλυμπο, την Αίτνα. Αντικρίζει το μοναστήρι στο όρος Σοράκτο και θυμάται απαξιωτικά τον Οράτιο και εξηγεί γιατί η ρωμαϊκή ποίηση δεν τον συγκινεί.
Στις στροφές 78-87 κυριαρχεί η Ρώμη. Συγκρίνει το παλαιότερο μεγαλείο της με το σήμερα και απογοητεύεται. Επικαλείται τον ποταμό Τίβερη να καλύψει ως μανδύας τον εξευτελισμό της Ρώμης!
Τα ερείπια του προκαλούν φρίκη. Θυμάται τον Βρούτο, τον Βιργίλιο, τον Λίβιο, τον Σύλλα που τον συγκρίνει με τον Κρόμβελ, τον Καίσαρα και τον Πομπήιο.
Στις στροφές 88-105 κάνει αναφορά στην Λύκαινα της Ρώμης που εξασφάλισε τροφή στο Ρωμήλο και τον Ρέμο που υπήρξαν οι ιδρυτές και οι πρώτοι βασιλιάδες της Ρώμης. Οι απόγονοι τους προοδευτικά φθάνουν στο απόγειο τους με την κυρίαρχη μορφή του Ιουλίου Καίσαρα που με την λακωνική του φράση "ήλθον, είδον, ενίκησα" ("veni, vide, vinci") ανήγγειλε την νίκη του εναντίον του βασιλιά του Πόντου Φαρνάκη (47 π.χ.).
Στη συνέχεια φιλοσοφεί για το δίκαιο ή το άδικο των ισχυρών εξουσιαστών του κόσμου, για την τυραννία " ομιλώ για τον δυο φορές βαρύνοντα τον τράχηλο μας ζυγό και για τους φανερούς σκοπούς της τυραννίας. Ομιλώ για τις εντολές των ισχυρών της γης οι οποίες αντέγραψαν εκείνον που ταπείνωσε τους υπερήφανους, ζωντάνεψε τους κοιμισμένους βασιλιάδες στους θρόνους τους και θα περιβάλλονταν με μεγάλη δόξα εάν το ισχυρό τους χέρι περιορίζονταν μόνο σε τούτο! Μπορούν επομένως να δαμασθούν οι τύραννοι παρά μόνο από τυράννους? "
Πιστεύει ότι υπάρχει άλλος δρόμος και αναφέρεται στην Αμερική με την παρουσία του Ουάσιγκτον.
Θυμάται τα αιματηρά γεγονότα στην Γαλλία " Η Γαλλία μέθυσε από το αίμα, ώστε να μας γίνει αντιπαθής εξ' αιτίας των εγκλημάτων της!"
Επικαλείται όμως την Ελευθερία " Η σαν σάλπιγγα ηχηρή φωνή σου, αν και σήμερα εξασθενημένη και θνήσκουσα, θα αντηχήσει ισχυρότερα μετά την καταιγίδα."
Επανέρχεται όμως στα μνημεία της Ρώμης και σχολιάζει την ζωή και τον βίο της Καικιλίας Μετέλλας ( Ήταν μια Ρωμαία υψηλής κοινωνικής θέσης που έζησε τον 1ο αιώνα π.χ.) με αφορμή το τάφο της που αντίκρισε στην Αππία οδό.
Στις στροφές 106-113 καταγράφει πολλές σκέψεις του. Το βλέμμα του επικεντρώνεται στο λόφο του Παλατίνου ( ένας από τους 7 λόφους της Ρώμης), το φυσικό περιβάλλον και αναλογίζεται τα πλούσια μέγαρα που θα υπήρχαν κάποτε, ενώ σήμερα είναι μόνο ερείπια που δεν γνωρίζουμε εάν ανήκουν σε ναούς, ανάκτορα ή λουτρά? και καταλήγει " Η ιστορία με όλους τους πολυάριθμους της τόμους έχει μόνο μια σελίδα την οποία διαβάζουμε καλύτερα εδώ τώρα, όπου η υπερηφάνεια των τυράννων είχε μαζέψει όλους τους θησαυρούς και όλες τις ηδονές. Αλλά τι χρειάζονται τα λόγια? Πλησίασε! "(108 στροφή).
Θυμάται επικριτικά τον Μάρκο Τύλλιο Κικέρωνα (106-43 π.χ.) Ρωμαίο φιλόσοφο, πολιτικό, ρήτορα, ύπατο. Ο Κλαύδιος έκαψε το σπίτι του στον Παλατίνο λόφο, έκτισε στη θέση του ναό της ελευθερίας και δήμευσε την περιουσία του. Επικαλείται τον χρόνο που σβύνει τα ίχνη των επωνύμων. Η θέα της στήλης του Τραϊανού του φέρνει στη μνήμη τον Τίτο ( Τίτος Φλάβιος Βεσπασιανός, αυτοκράτορας της Ρώμης από 79-81, κατακτητής της Ιερουσαλήμ) και τον Τραϊανό (53-117 μ.Χ. επί αυτοκρατορίας του, η ακμή της έφθασε στο απόγειο)). Πλέκει το εγκώμιο του Τραϊανού.
Στις στροφές 114-127 αρχίζει με την αναφορά του στον πολιτικό που προσπάθησε να ενοποιήσει την Ιταλία, τον Ριένζι (1313-1354), τον αποκαλεί ελπίδα της Ιταλίας. Μετά αναφέρεται στην σπηλιά της Ηγερίας που περιλαμβάνει σύνθεση αγάλματος, πηγής και λίμνης ( Η Ηγερία ήταν νύμφη, σύζυγος του Νουμά Πομπίλιου δεύτερου βασιλιά της Ρώμης και τον επηρέαζε στις αποφάσεις του. Σύμφωνα με τις "Μεταμορφώσεις " του Οβιδίου μετά τον θάνατο του Νουμά, η Ηγερία μεταμορφώθηκε σε πηγή, ένα μέρος έμπνευσης και προφητείας ). Περιγράφει το άγαλμα, την λίμνη και την πλούσια βλάστηση που περιβάλει τον χώρο. " Σε τέτοια γοητευτική στέγη βρήκες άσυλο, ω Ηγερία! Εδώ κτυπάει η καρδιά σου, ακούγονται τα βήματα του εραστή σου. Η νύχτα δίνει στις μυστηριώδης συναντήσεις σας την αστροφεγγιά του ουρανίου θόλου. Τέτοιο άντρο βέβαια σχηματίστηκε για να στεγάσει τον έρωτα μιας θεάς! " (στροφή 118).
Μιλάει για τον έρωτα, αλλά καταλήγει " Ο βίος μας είναι ψευδής φύση, δεν βρίσκεται σε αρμονία με το σύμπαν. Γιατί αυτή η τρομερή μας καταδίκη? Γιατί αυτή η ανεξίτηλη κηλίδα του αμαρτήματος? Ζούμε σε ένα ολέθριο δέντρο, ένα φαρμακερό δέντρο μεγάλης έκτασης, του οποίου η ρίζα είναι όλη η γη, τα δε κλαδιά και φύλλα είναι οι ουρανοί οι οποίοι αντί δροσιάς ρίχνουν στους ανθρώπους κρουνούς ολέθριων δεινών. Οι αρρώστιες, ο θάνατος, η δουλεία, όλα τα κακά που βλέπουμε, αλλά και τα χειρότερα που δεν βλέπουμε, γεμίζουν την ψυχή μας με νέα και ατελείωτα βάσανα" (στροφή 126). " Το να σκεφτόμαστε είναι το τελευταίο και μόνο καταφύγιο μας" (στροφή 127).
Στις στροφές 128-138 διερωτάται πρώτα για κάποιες αψίδες που βρίσκονται πάνω σε άλλες, περιγράφοντας το Κολοσσαίο , αλλά του δίνει την ευκαιρία να αναλογισθεί τον συμβολισμό του "Η γαλαζωπή σκιά της ιταλικής νύχτας που απλώνεται πάνω από το εκτεταμένο και θαυμαστό οικοδόμημα, φαίνεται σαν πέπλο που περιβάλει το μεγαλείο του" (στροφή 128).
Απευθύνεται στο χρόνο και του ζητάει να του κάνει μια χάρη. "Ο πόνος του να μην μείνει χωρίς ανταπόδοση. Δεν θα πρέπει να κλάψουν και οι εχθροί μου?" Απευθύνεται στη Νέμεση (Η Νέμεση των Ρωμαίων ήταν ιερή και σεβαστή. Στον Παλατίνο λόφο υπήρχε ναός που την λάτρευαν με το όνομα Ραμνουσία.),αναφέρεται στο παράδειγμα του Ορέστη, και την παρακαλεί να τον ακούσει " Συ πρέπει να αναλάβεις την εκδίκηση, είναι ακόμη καιρός να την εκτελέσεις."(στροφή 133).
Ζητάει την τιμωρία των διωκτών του, αλλά καταλήγει "Τους συγχωρώ, ιδού η κατάρα μου".
Στην συνέχεια αναφέρεται στις συκοφαντίες που τον πλήγωσαν, τον λύπησαν πολύ και πιστεύει ότι οι συκοφάντες θα αισθανθούν με την πάροδο του χρόνου "Την βραδεία τιμωρία της αγάπης"(στροφή 137).
Επανέρχεται στα δρώμενα που έλαβαν χώρα στο παρελθόν στο Κολοσσαίο, μετά παρατηρεί το άγαλμα του θνήσκοντα μονομάχου και σκιαγραφεί τις τελευταίες του στιγμές πριν πεθάνει, φέρνοντας στην μνήμη του γεγονότα φρίκης! που έλαβαν χώρα σε αυτό το οικοδόμημα. Ακολούθως περιγράφει το Κολοσσαίο. Το Πάνθεον ( Το Πάνθεον της Ρώμης είναι αρχαία θρησκευτική κατασκευή η οποία βρίσκεται στην Piazza della Rotonda (Ρώμη). Κατασκευάστηκε ύστερα από εντολή του Αγρίππα κατά τον 1ο αιώνα π.Χ. και υπέστη αρκετές καταστροφές από πυρκαγιές, με αποτέλεσμα να ανακατασκευαστεί πλήρως από τον Αδριανό στις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ. Αρχικά, το Πάνθεον ήταν ναός αφιερωμένος σε όλες της θεότητες της Αρχαίας Ρώμης.) τον εντυπωσιάζει και θαυμάζει αναπολώντας τους παρελθόντες αιώνες. Στην συνέχεια περιγράφει τις εντυπώσεις και τις σκέψεις του από τον ζωγραφικό πίνακα της Romana Caritas ( Romana Caritas είναι η ιστορία μιας γυναίκας της Pero η οποία κρυφά θηλάζει τον πατέρα της μετά την καταδίκη του να σταυρωθεί.. Συγκινεί τις Αρχές και κερδίζει την απελευθέρωση του πατέρα της.).
Μετά συγκεντρώνει την προσοχή του στο Μαυσωλείο του Αδριανού (Castello San Angelo) το οποίο κτίστηκε γιγάντιο κατά μίμηση των πυραμίδων της Αιγύπτου.
Μπροστά στον μεγαλοπρεπή ναό του Αγίου Πέτρου εντυπωσιάζεται και αφιερώνει τις σκέψεις του στην περιγραφή του θαυμαστού οικοδομήματος και στα συναισθήματα που γεννάει η παρουσία του ναού. Αυτό πραγματοποιείται σε περίπου 10 στροφές (153-160).
Μετά στρέφει την προσοχή του στο Βατικανό, βλέπει τα αγάλματα του Λαοκόοντα και του Απόλλωνα του Belvedere και καταγράφει την αντίθεση των αισθημάτων ανάμεσα στα δυο έργα, του υπέρτατου πόνου και της ιδεατής ομορφιάς.
Τέλος αναζητάει τον προσκυνητή του "δεν υπάρχει πλέον, οι περιηγήσεις του τέλειωσαν, οι οπτασίες του εξαφανίστηκαν και αυτός έγινε άφαντος, σαν μα μην υπήρξε ποτέ".(στροφή 164).
Στις επόμενες στροφές κάνει μεταφυσικές αναφορές στο χάος και το θάνατο.
Αυτόν " Το μαυσωλείο κέρδισε", αλλά γρήγορα αυτός μας προσφέρει αποχαιρετισμό, σκαρφαλώνει στα Αλμπανικά βουνά και καθώς η Μεσόγειος για μια ακόμη φορά τον αποχαιρετάει αθροίζει το ηθικό δίδαγμα των επιχειρημάτων του. Ο άντρας και όλα του τα έργα είναι σαν μια σταγόνα βροχής στον Ωκεανό "Η εικόνα της αιωνιότητας, ο θρόνος του αόρατου!".
Έτσι τελειώνει το τέταρτο άσμα του ποιήματος του Λόρδου Μπάϋρον " Το προσκύνημα του Τσάϊλντ Χάρολντ".
Η παρουσίαση του έργου τελειώνει με την απόδοση των 3 τελευταίων στροφών του ποιήματος.
CLXXXIV.
And I have loved thee, Ocean! and my joy Of youthful sports was on thy breast to be Borne like thy bubbles, onward: from a boy I wantoned with thy breakers—they to me Were a delight; and if the freshening sea Made them a terror—'twas a pleasing fear, For I was as it were a child of thee, And trusted to thy billows far and near, And laid my hand upon thy mane—as I do here.
CLXXXIV.(184)
Ωκεανέ! Κάποτε σε αγάπησα, η πιο γλυκιά χαρά της νιότης μου
ήταν να παραδίνομαι στους κόλπους σου περιφερόμενος στην τύχη
στα κύματα σου, όπως οι φούσκες του αφρού σου. Στην παιδική μου
ηλικία έπαιζα με τους κυματισμούς σου στους υφάλους.
Ω, ποια ηδονή αισθανόμουνα τότε! Εάν η θάλασσα αγριεμένη
τα καθιστούσε επικίνδυνα, οι φόβοι αυτοί με προκαλούσαν
γιατί είμαι τέκνο σου και εμπιστεύομαι τον εαυτό μου
στα νερά σου και χάϊδευα με τα χέρια μου την υγρή σου
χαίτη, όπως το κάνω και τώρα.
CLXXXV.
My task is done—my song hath ceased—my theme Has died into an echo; it is fit The spell should break of this protracted dream. The torch shall be extinguished which hath lit My midnight lamp—and what is writ, is writ— Would it were worthier! but I am not now That which I have been—and my visions flit Less palpably before me—and the glow Which in my spirit dwelt is fluttering, faint, and low.
CLXXXV.(185)
Το έργο μου τελείωσε, τα τραγούδια μου σταμάτησαν,
Η φωνή μου αντηχεί για τελευταία φορά, είναι καιρός
να παύσω πλέον και να σβύσω το λυχνάρι που με φώτιζε
στο σκοτάδι της νύχτας. Ότι έγραψα, έγραψα.
Μακάρι να μπορούσα να γράψω καλύτερους
στίχους, αλλά δεν είμαι πλέον, εκείνος που ήμουν άλλοτε
Οι οπτασίες μου εμφανίζονται ολοένα και αμυδρότερες
η δε φωτιά που άναβε την φαντασία μου
χαμηλώνει και σβύνει!
CLXXXVI.
Farewell! a word that must be, and hath been— A sound which makes us linger; yet, farewell! Ye, who have traced the Pilgrim to the scene Which is his last, if in your memories dwell A thought which once was his, if on ye swell A single recollection, not in vain He wore his sandal-shoon and scallop shell; Farewell! with HIM alone may rest the pain, If such there were—with YOU, the moral of his strain.
CLXXXVI.(186)
Σας χαιρετώ! Ω πόσο θλιβερή ακούγεται
όπως πάντοτε, αυτή η λέξη του αποχαιρετισμού!
και όμως σας χαιρετώ όλους εσάς, όσοι ακολουθήσατε τον προσκυνητή μου
μέχρι τέλους των ταξιδιών του! Εάν η μνήμη σας κρατήσει
μια μόνη από τις σκέψεις του, εάν απλή ανάμνηση μείνει σε εσάς,
αυτό θα χαροποιήσει αυτόν πάρα πολύ, μια και δεν έλιωσε
άδικα τα παπούτσια του για να συλλέξει τα ποιητικά του όστρακα!
Σας χαιρετώ! Αν υπάρχει κάτι λυπηρό στους στίχους του, μακάρι να μείνει
μόνο σε αυτόν, σε εσάς μακάρι να μείνει η ηθική των τραγουδιών του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου