2. Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ
Μικρή ιστορική αναδρομή-Μαγεία και θρησκεία- Μονοφωνία, ομοφωνία, πολυφωνία - Η μουσική γραφή - Μελωδία, ρυθμός, αρμονία, αντίστιξη - Κλασική και ρομαντική μουσική.
Σήμερα, ας κάνουμε μία μικρή ιστορική αναδρομή και ας προσπαθήσουμε να εισδύσουμε στα βάθη των περασμένων αιώνων για να ιδούμε πως γεννήθηκε η μουσική, πως ήλθε στο κόσμο- αναδρομή που θα μας κάνει να νοιώσουμε ακόμη καλύτερα την θεϊκή αυτή τέχνη και θα μας χρησιμεύσει επίσης σαν βάση για πολλές επεξηγήσεις.
Έγραφα στο προηγούμενο πως ο άνθρωπος σίγουρα πρώτα τραγούδησε και κατόπιν μίλησε.
Ανήξερος, άοπλος, αδύναμος βρέθηκε ο άνθρωπος μέσα στην απέραντη φύση, μέσα στην ομορφιά της, αλλά και μέσα στα μανιασμένα στοιχεία της. Μέσα στην άγνοια του για τους φυσικούς νόμους, ο πρωτόγονος άνθρωπος ακολουθώντας το ένστικτο του, αποδίδει σ' αόρατα πρόσωπα όλα τα φαινόμενα που αγγίζουν τις αισθήσεις και την φαντασία του : η βλάστηση ενός φυτού, η διαδοχή των εποχών, ο ωραίος καιρός και η καταιγίδα, ο πόνος και η ηδονή, η ζωή και ο θάνατος, όλα του φαίνονται σαν νάναι μία εκδήλωση από μία "προσωπική δύναμη" ανάλογη με αυτήν που είναι μέσα του.
Και νομίζει πως θα υποτάξει αυτή την δύναμη που συναντάει παντού ολόγυρα του, με το μέσο που ανακαλύπτει μέσα του, με την φωνή του, μ'αυτή την φωνή που δεν μοιάζει καθόλου με τις κραυγές των ζώων του, γιατί αυτή η φωνή μπορεί, να λυγίσει ,να περιστραφεί, να γίνει πολύ δυνατή, ή πολύ χαμηλή, να φανερώσει κάτι. Κι'έτσι γεννιέται η "μαγεία" : ο πρωτόγονος πιστεύει πως με τη φωνή του, με το τραγούδι του θα μαγέψει, θα εξορκίσει, θα υποτάξει ή θα ευχαριστήσει αυτά τα άυλα πρόσωπα που φαντάζεται, αυτά τα "πνεύματα" - που αργότερα θα ονομάσει "θεούς" και θα τους στήσει ναούς - που νομίζει πως κρύβονται μέσα στα σύννεφα, στα νερά, στα βουνά, στα δέντρα, στη θάλασσα, στις πηγές.... Και συνάμα από ένστικτο συνοδεύει ο πρωτόγονος το τραγούδι του με τη κίνηση, χτυπάει τα χέρια του, τα πόδια του, λυγίζει το κορμί του, πιστεύοντας πως με τη μίμηση του φαινομένου που θέλει να υπερνικήσει θα το εξορκίσει και θα το υποτάξει. Και κάποτε παίρνει και δύο πέτρες, ή δύο ξύλα, και τα κτυπάει σύμφωνα με το τραγούδι και την κίνηση του και επαναλαμβάνει την ίδια κίνηση πολλές φορές κι' έτσι .......γεννιέται ο ρυθμός και ο χορός και το πρώτο όργανο που μεταχειρίστηκε ο άνθρωπος : τα κρόταλα. Σήμερα ακόμα στις πρωτόγονες άγριες φυλές θα συναντήσουμε αυτά τα φαινόμενα: οι άγριοι τραγουδούν και χορεύουν για να πετύχουν την καλοκαιρία ή τη βροχή, για να γιατρέψουν τον άρρωστο, για να νικήσουν τον εχθρό τους, για να ελκύσουν τον έρωτα.
Την μαγεία διαδέχεται η θρησκεία, και είναι μαζί με την συστηματοποίηση της θρησκείας που συστηματοποιείται και η μουσική, πρώτα για τους Θεούς, έπειτα για τον ένα και μόνο θεό. Και σιγά-σιγά, από τα πρωτόγονα κρόταλα γεννιούνται τα διάφορα μουσικά όργανα, ο άνθρωπος τεντώνει το δέρμα ανάμεσα στα γόνατα του, καθώς τραγουδάει καθιστός, για να παρατείνει το κτύπο του χεριού του, παίρνει ένα καλάμι και το φυσάει για να προεκτείνει τη φωνή του, από το πρωτόγονο τόξο του εμπνέεται να τεντώσει τέσσαρες χορδές σε ένα όστρακο για να φτιάξει την λύρα του.
Κι' όλες αυτές οι επινοήσεις δένονται άμεσα με τους θεούς και την θρησκεία--Απόλλωνας, Μούσες κλπ.
Κι' η συνέχεια είναι αδιάσπαστη: Στις εκκλησίες και τα μοναστήρια καλλιεργείται και εξελίσσεται η μουσική, για την λατρεία πάντα του Υψίστου, θρησκευτικές παραδόσεις εμπνέουν τους μουσικούς και ίσως να μη ξέρετε πως μέσα στις εκκλησίες της Δύσεως γεννιέται η πρώτη απόπειρα του μελοδράματος, της όπερας δηλαδή, με τα "μυστήρια" και τα "ορατόρια" που θα μας απασχολήσουν αργότερα, ενώ η καθαυτό όπερα και το μουσικό δράμα, όσο και η μουσική κωμωδία, γεννιούνται από την αρχαία Ελληνική τραγωδία που κι'αυτή από τη λατρεία του Διονύσου γεννήθηκε- έχει πια αποδειχθεί ότι η αρχαία τραγωδία όσο και η κωμωδία συνοδεύονταν πάντα από μουσική, τραγούδι και χορό, σαν την σημερινή όπερα.
Στην αρχή η μουσική ήταν μονόφωνη και ομόφωνη- σ' όλη την αρχαιότητα τραγουδούσαν "σόλο", ένας δηλαδή μόνος του, ή σε "κόρο"- πολλοί μαζί, που όμως τραγουδούσαν στην ίδια φωνή, ενωμένοι, χωρίς δεύτερες, τρίτες ή τέταρτες φωνές- όλοι το ίδιο, εκτός και αν ανακατεύονταν και παιδικές φωνές που αναγκαστικά τραγουδούσαν μια οκτάβα πιο ψηλά, δηλαδή στην ίδια νότα οχτώ φορές ψηλότερη, οπόταν το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: ομοφωνία. Μονόφωνη ή ομόφωνη ήταν και η μουσική των αρχαίων Ελλήνων κι' αν βλέπουμε σε παραστάσεις αρχαίων αγγείων διπλούς αυλούς, συμφωνά με ειδικές επιστημονικές έρευνες, φαίνεται πως και εδώ συνέβαινε το ίδιο φαινόμενο της ομοφωνίας.
Η τέχνη της πολυφωνίας στο τραγούδι γεννήθηκε μόλις τον 9ο αιώνα μ.χ. και πάλι στις εκκλησίες και τα μοναστήρια της Δύσεως. Στον 13ο αιώνα αυτή η τέχνη της πολυφωνίας έφθασέ σε μια καταπληκτική τελειότητα- τραγούδι σε σε έξη, οκτώ, δέκα "πάρτες" δηλ. διαφορετικές φωνές- οργανωμένη στην εκκλησία της Παναγίας των Παρισίων απ'όπου ακτινοβόλησε σε όλη την Ευρώπη.
Μέχρι τον 16ο αιώνα η Γαλλοβελγική σχολή υπήρξε η πρώτη του κόσμου: Γάλλοι και Βέλγοι (Φλαμανδοί) μουσικοί διαδώσανε την τέχνη τους στις εκκλησίες και τα μοναστήρια της Ιταλίας.
Οι αρχαίοι Έλληνες έγραφαν τις νότες με αλφαβητικά ψηφία, σύστημα που, ακόμα σήμερα κρατούν οι Γερμανοί και οι Άγγλοι, που δεν ονομάζουν τις νότες "ντο-ρε-μι-φα-σολ-λα-σι", αλλά αντίστοιχα C. D. E. F. G. A. H. (τσε-ντε-ε-εφ-γκε-α-χα) τις γράφουν όμως με τα ίδια σημεία στο πεντάγραμμο, όπως τις ξέρουμε όλοι.
Πάντως αυτό το γνωστό μας πεντάγραμμο είναι μια νεώτερη επινόηση, γιατί βέβαια μπροστά στην αρχαιότητα της μουσικής τέχνης, πρέπει να θεωρήσουμε...νεώτερη μια επινόηση που εμφανίστηκε το 900 μ.χ., όταν ένας καλόγερος έγραψε τις νότες σε δύο γραμμές με διαφορετικά χρώματα για να ξεχωρίζουν καλά και έπειτα, το 1025, ένας άλλος παλιός σπουδαίος μουσικός, ο Γκουίντο ντ' Αρέντσο, τις έγραψέ σε τέσσαρες .
Μερικοί Γερμανοί μουσικοί, πιο έπειτα, χρησιμοποίησαν έξη γραμμές, όπου πια, με το καιρό, καθιερώθηκε το σύστημα του πενταγράμμου.
Ωστόσο μη φανταστείτε πως οι νότες γράφονταν με τα σημερινά σχήματα ! Όλη η παλιά εκκλησιαστική και κοσμική μουσική είναι γραμμένη με διάφορα σημάδια: γραμμίτσες, τελείες, κόμματα, τόνους, που τα λέγανε "νεύματα" ( αυτή την ελληνική λέξη χρησιμοποιούσαν) επειδή απεικονίζανε, κατά κάποιο τρόπο, τα νεύματα του μαέστρου, την κίνηση δηλαδή του χεριού του που σήκωνε ή κατέβαζε την φωνή. Αλλά η εξέλιξη της μουσικής γραφής - της σημειογραφίας, όπως λέγεται - είναι ένα τόσο περίπλοκο ζήτημα και πέρασε από τόσες μεταβολές που θα ήταν πολύ δύσκολο- αλλά και περιττό- να μελετήσουμε εδώ πιο εμπεριστατωμένα.
Δύο είναι τα χαρακτηριστικά της μουσικής: η μελωδία και ο ρυθμός. Μελωδία είναι η διαδοχική σειρά από νότες, σε μια οριζόντια γραμμή που ανεβοκατεβαίνει ανάλογα με την έμπνευση του συνθέτη, ο ρυθμός όμως καθορίζει την χρονική διάρκεια κάθε νότας, πόσο, δηλαδή, θα κρατηθεί η κάθε νότα. Μεγάλη είναι η σημασία του ρυθμού ( που καθορίζεται από τα μέτρα) γιατί μια μελωδία μπορεί να αλλάξει εντελώς, όταν αλλαχθεί ο ρυθμός και η μια νότα "τραβηχτεί" περισσότερο απ'όσο είναι ορισμένο, ή αντίθετα, τραγουδηθεί - ή παιχθεί - με λιγότερη διάρκεια. Μπορεί ένα μουσικό κομμάτι, ένα τραγούδι, να γίνει αγνώριστο, όταν του αλλάξεις το ρυθμό του και το μέτρο του : Ένα ηρωικό εμβατήριο μπορεί έτσι να γίνει ....... αμανές.
Ωστόσο, δεν πρέπει να συγχέουμε το ρυθμό και το μέτρο με τη "ρυθμική αγωγή" που κανονίζει την συνολική κίνηση του κομματιού- τραγούδι ή όργανο - και που για τον καθορισμό της μεταχειριζόμαστε ιταλικούς ορισμούς, καθιερωμένους παγκόσμια : andante (αντάντε - αργά, αλλά ήσυχα), andantino (ανταντίνο - λιγότερο αργά), adagio (πιο αργά), lento (πολύ αργά), largo (πλατεία, πιο αργά και από το λέντο), allegro (γοργά και ζωηρά), allegretto (λιγότερο αργά από το αλλέγκρο), presto , prestissimo (πολύ περισσότερο γοργά) κ.α.
Παράλληλα όμως με την μελωδία και το ρυθμό, βασικά στοιχεία της μουσικής τέχνης είναι η αρμονία και η αντίστιξη (κοντραμπούκτο λέγεται επίσης) που είναι η ακριβής ιταλική μετάφραση της ελληνικής λέξης "αντίστιξη" .
Τι είναι αρμονία ! Αντίθετα με την οριζόντια γραμμή της μελωδίας, η κάθετη γραμμή, δηλαδή δύο-τρείς και περισσότερες νότες που συνταιριάζουν με κάθε νότα της μελωδίας και γράφονται κάτω από την μελωδία. Αυτές οι πολλές νότες μαζί, λέγονται στη μουσική γλώσσα "συγχορδίες" και φυσικά διέπονται από ορισμένους κανόνες που μαθαίνονται με την διδασκαλία της μουσικής. Γι' όσους αγαπούν την μουσική και την ακούνε χωρίς να την έχουν διδαχθεί, είναι αρκετό να μάθουν πως "συγχορδίες" είναι πολλές νότες μαζί που συνοδεύουν την μελωδία και ταιριάζουν με' αυτή.
Η αντίστιξη γεννήθηκε από την πολυφωνία : Είναι ένας ταυτόχρονος συνδυασμός από δύο ή και περισσότερες μελωδίες που τρέχουν οριζόντια κάτω από την πρώτη μελωδία συνταιριασμένες με αυτήν. Και ονομάστηκε "κομτραμπούκτο" επειδή το παλιό καιρό γράφανε τη μουσική με "τελείες" ( πούνκτο) κι' η μια τελεία έτρεχε "κόντρα" στην άλλη. Η διαφορά ανάμεσα στην αρμονία και την αντίστιξη είναι η εξής : αρμονία είναι η τέχνη που συνδέει τις διάφορες συγχορδίες μεταξύ τους, ενώ η αντίστιξη συνδυάζει απλώς νότες σε οριζόντια γραμμή, κάτω από την πρωταρχική μελωδία, νότες, βέβαια ταιριαστές με τη φύση της αρχικής μελωδίας, που όμως σχηματίζουν άλλες μελωδίες, δύο-τρεις συχνά και τέσσαρες, ανεξάρτητες από την πρώτη και όμως ταιριαστές.
Τι λέμε "κλασσική" μουσική ! Ακούω καμιά φορά να λένε "αυτό το κομμάτι δεν το καταλαβαίνω.....είναι κλασσικό" ή "δεν μ'αρέσει η κλασσική μουσική....προτιμώ ένα τραγούδι" χωρίς αυτός που εκφράζεται έτσι να φαντάζεται πως και ένα απλό τραγούδι μπορεί να είναι "κλασσικό" για την απλότητα, καθαρότητα, διαύγεια του, περισσότερο "κλασσικό" από μερικές πολυθόρυβες και κακόφωνες σύγχρονες μουσικές δημιουργίες.
Όπως στην φιλολογία λέμε κλασσικό ένα έργο που μένει σαν ένα αδιαφιλονίκητο και αναμφισβήτητο υπόδειγμα -- παράδειγμα : οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς-- έτσι και στη μουσική, με τον όρο κλασσικό χαρακτηρίζουμε τα έργα που έχουν μια τέλεια πια μορφή, που μένουν σαν υπόδειγμα.
Στη μουσική διακρίνουμε τρεις κυρίως περιόδους : την προκλασσική, την κλασσική και τη ρομαντική.
Στην προκλασσική θα λογαριάσουμε, κάπως αυθαίρετα, αλήθεια ότι γράφτηκε πριν από τον μεγάλο Ιωάννη Σεβαστιανό Μπάχ, που γεννήθηκε το 1685 και που η εμφάνιση του σημειώνει την αρχή της κλασσικής περιόδου με τα τέλεια έργα του, που θα μας απασχολήσουν, όπως και τα έργα των κυριοτέρων κλασσικών αργότερα.
Η περίοδος αυτή του κλασικισμού της μουσικής κλείνει με τον Μότσαρτ για να ανοίξει μια άλλη εποχή, μια νέα περίοδος : η εποχή ή η περίοδος της ρομαντικής μουσικής που εγκαινιάζει ο Μπετόβεν.
Απ' εδώ και πέρα η μουσική παίρνει μεγαλύτερη ελευθερία που με την πιο έντονη έκφραση της θα υποκαταστήσει την υπέροχη ισορροπία και τη στοχαστική σοβαρότητα των κλασσικών. Στο εξής η μουσική, κόβοντας κάθε σχέση με την παράδοση του 18ου αιώνα θα μας αποκαλύψει τις ψυχικές καταστάσεις, τις χαρές και τις λύπες του συνθέτη, θα πάρει πιο ανθρώπινη πνοή. Ακολουθούν, βέβαια οι ρομαντικοί μουσικοί τα κλασικά πρότυπα, τις κλασικές φόρμες που κληρονόμησαν από τους προκατόχους τους, αλλά θα τις πλατύνουν και θα τις πλουτίσουν κι' επιπλέον θα δημιουργήσουν νέες φόρμες και πλούσια γλώσσα.